Οι άγιοι μάρτυρες Πρόκλος και Ιλάριος

12α Ιουλίου

Έζησαν επί του αυτοκράτορα Τραϊανού, σε ένα χωριό έξω από την Άγκυρα που ονομαζόταν Καλλίπποι και ήταν συγγενείς μεταξύ τους. Εκτός από τη συγγένεια, είχαν και κοινή πίστη στον Χριστό. Εργάζονταν αδιάκοπα για την πνευματική οικοδομή τους και για το φωτισμό των Ιουδαίων και των ειδωλολατρών. Δεινοί ομολογητές της χριστιανικής αλήθειας, συνελήφθησαν από τον αυτοκράτορα και υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια, τα οποία υπέμειναν με θαυμαστή καρτερία. Οι δραστηριότητες των δύο Αγίων ήταν η αιτία για να συλληφθεί ο άγιος Πρόκλος. Αφού ομολόγησε τον Χριστό ενώπιον του βασιλιά, παραδόθηκε στον ηγεμόνα Μάξιμο για να τιμωρηθεί. Τότε ο Άγιος, όπως παραδίδει ο ιερός Συναξαριστής, με αναμμένες λαμπάδες «την γαστέρα και τας πλευράς κατακαίεται και ξέεται και επί ξύλου κρεμάται» και θανατώθηκε με βέλη. Στην πορεία για την εκτέλεση, συνάντησε τον ανηψιό του Ιλάριο, τον οποίο και συνέλαβαν, διότι ομολόγησε ότι κι εκείνος ήταν χριστιανός. Ο Ιλάριος κρεμάστηκε, χτυπήθηκε και σύρθηκε στο έδαφος σε απόσταση τριών μιλίων. Τελικά αποκεφαλίστηκε και ενταφιάστηκε μαζί με το θείο του άγιο Πρόκλο. Το μαρτύριο των δύο Αγίων τοποθετείται το έτος 106 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον

Σταυροῦ τὴν πανοπλίαν ἱερῶς ἐνδυσάμενοι, Ἱλάριε καὶ Πρόκλε, ὑπὲρ φύσιν ἠθλήσατε καὶ δόξης οὐρανίου κοινωνοί, ἐδείχθητε ὡς μέτοχοι Χριστοῦ· διὰ τοῦτο χαρισμάτων ταῖς δωρεαῖς, πυρσεύετε τοὺς κράζοντας· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι δι’ ὑμῶν πᾶσιν ἰάματα.