Οι άγιοι απόστολοι

Ακύλας και Πρίσκιλλα

13η Φεβρουαρίου

Ήταν Ιουδαίοι και κατοικούσαν στην Κόρινθο. Λέγεται ότι κατάγονταν από τη Σινώπη του Πόντου. Αργότερα πήγαν στη Ρώμη, όπου και προσήλθαν στο χριστιανισμό. Όταν το 50 ή 51 μ.Χ. ένα αυτοκρατορικό διάταγμα του Κλαυδίου έδιωξε τους Ιουδαίους από τη Ρώμη – χωρίς διάκριση στη θρησκεία – ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην Κόρινθο, όπου εργάζονταν και πάλι ως σκηνοποιοί.

Επειδή ήταν και οι δύο σκηνοποιοί στο επάγγελμα, είχαν τη μεγάλη ευλογία στη ζωή τους να γνωριστούν με τον απόστολο Παύλο. Όταν ο Παύλος ήρθε κι αυτός στην Κόρινθο από την Αθήνα, τον φιλοξένησαν στο σπίτι τους και εργάζονταν μαζί, αφού ήταν ομότεχνοι. Όπως είναι γνωστό, ο Απόστολος των Εθνών, για να εξασφαλίζει τα καθημερινά έξοδά του και να μην επιβαρύνει κανέναν, ασκούσε το επάγγελμα του σκηνοποιού.

Τόσο τους άγγιξε ο λόγος του Αποστόλου ώστε, αφού βαπτίστηκαν από αυτόν, αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν στις περιοδείες του για να τον βοηθούν. Οι άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα συνδέθηκαν μαζί του και έγιναν έμπιστοι φίλοι και συνεργάτες του. Ήταν γι’ αυτούς απλανής διδάσκαλος και φωτισμένος πνευματικός πατέρας. Το ότι δεν είχαν σαρκικά παιδιά τούς διευκόλυνε στις μετακινήσεις τους και τους έδωσε τη δυνατότητα να τον ακολουθήσουν σε διάφορες περιοδείες του. Τον διακονούσαν και συγχρόνως τρέφονταν με τα ζωήρρυτα νάματα της θεόπνευστης διδασκαλίας του.

Το σπίτι τους ήταν η Εκκλησία. Έσωσαν με κίνδυνο της ζωής τους τον απόστολο Παύλο από το θάνατο. Η Εκκλησία τούς οφείλει ευγνωμοσύνη. Κήρυξαν στην Κόρινθο, στην Έφεσο, ίσως και στην Κρήτη, μέχρι το μαρτύριό τους.

Η δύναμη της πίστης και η θεάρεστη δράση έδωσαν στον Ακύλα και την Πρίσκιλλα το χάρισμα να επιτελούν θαύματα. Όμως αργότερα οι διώκτες του χριστιανισμού συνέλαβαν και αποκεφάλισαν τους δύο Αγίους της Εκκλησίας μας. Ο απόστολος Παύλος εντυπωσιάστηκε τόσο από τις αρετές και τη χριστιανική δράση του Ακύλα και της Πρίσκιλλας, ώστε τους μνημονεύει σε μία επιστολή του λέγοντας ότι για τη θυσία τους τους είναι ευγνώμονες όλες οι Εκκλησίες των εθνών.

Ο Παύλος έγραφε: «Χαιρετήστε εγκάρδια την Πρίσκιλλα και τον Ακύλα που είναι συνεργάτες μου εν Χριστώ Ιησού. Αυτοί, για να σώσουν τη ζωή μου, έβαλαν τον τράχηλό τους κάτω από το μαχαίρι και κινδύνευσαν να σφαγούν. Σε αυτούς δεν είμαι μόνο εγώ ευγνώμων, αλλά και όλες οι Εκκλησίες των εθνών». Σε μερικές επιστολές του, όπως στην Α’ προς Κορινθίους και στη Β’ προς Τιμόθεον, τους στέλνει χαιρετισμούς.

Μελετώντας τις Πράξεις των Αποστόλων που συνέγραψε ο ευαγγελιστής Λουκάς, τους βλέπουμε μαζί με τον απόστολο Παύλο στη Συρία και κατόπιν στην Έφεσο. Μάλιστα, στην Έφεσο συναντήθηκαν με τον Απολλώ, τον οποίο πήραν κοντά τους και του ανέπτυξαν ακριβέστερα την «οδόν του Θεού». Ο Απολλώ ήταν φλογερός κήρυκας του Ευαγγελίου, αλλά δε γνώριζε τα περί της ελεύσεως του Αγίου Πνεύματος «δι’ επιθέσεως των χειρών των Αποστόλων» στους βαπτιζομένους. Αυτός γνώριζε μόνο το βάπτισμα του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, το οποίο όμως ήταν βάπτισμα μετανοίας.

Οι άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα, ως ζεύγος χριστιανών, είχαν δημιουργήσει μία “κατ’ οίκον εκκλησία”, γι’ αυτό και είναι προστάτες των μελλονύμφων και των νεονύμφων ζευγαριών.

Περισσότερα...

Οι απόστολοι Ακύλας και Πρίσκιλλα ήταν ένα ευλογημένο ανδρόγυνο. Κατάγονταν από τον Πόντο και κατοικούσαν στην Κόρινθο. Ήταν και οι δύο σκηνοποιοί στο επάγγελμα και είχαν τη μεγάλη ευλογία στη ζωή τους να γνωριστούν με τον απόστολο Παύλο, όταν εκείνος πήγε στην Κόρινθο. Τον φιλοξένησαν στο σπίτι τους και εργάζονταν μαζί, αφού ήταν ομότεχνοι. Όπως είναι γνωστό, ο Απόστολος των Εθνών, για να εξασφαλίζει τα καθημερινά έξοδά του και να μην επιβαρύνει κανέναν, ασκούσε το επάγγελμα του σκηνοποιού.

Οι άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα συνδέθηκαν μαζί του και έγιναν έμπιστοι φίλοι και συνεργάτες του. Ήταν γι’ αυτούς απλανής διδάσκαλος και φωτισμένος πνευματικός πατέρας. Το ότι δεν είχαν σαρκικά παιδιά τούς διευκόλυνε στις μετακινήσεις τους και τους έδωσε τη δυνατότητα να τον ακολουθήσουν σε διάφορες περιοδείες του. Τον διακονούσαν και συγχρόνως τρέφονταν με τα ζωήρρυτα νάματα της θεόπνευστης διδασκαλίας του. Σε μερικές επιστολές του, όπως στην Α’ προς Κορινθίους και στη Β’ προς Τιμόθεον, τους στέλνει χαιρετισμούς. Στην προς Ρωμαίους επιστολή του τους επαινεί και τους ευχαριστεί ο ίδιος προσωπικά, αλλά και εκ μέρους των κατά τόπους Εκκλησιών, για την αυταπάρνηση και την ανιδιοτελή τους αγάπη: «Χαιρετήστε την Πρίσκιλλαν και τον Ακύλαν, τους συνεργάτες μου εν Χριστώ Ιησού, οι οποίοι χάριν της ζωής μου εκινδύνευσαν να αποκεφαλισθούν και τους οποίους όχι μόνον εγώ ευχαριστώ, αλλά και όλαι αι Εκκλησίαι των εθνών» (κεφ. ιστ’, 3-4).

Μελετώντας τις Πράξεις των Αποστόλων που συνέγραψε ο ευαγγελιστής Λουκάς, τους βλέπουμε μαζί με τον απόστολο Παύλο στη Συρία και κατόπιν στην Έφεσο. Μάλιστα, στην Έφεσο συναντήθηκαν με τον Απολλώ, τον οποίο πήραν κοντά τους και του ανέπτυξαν ακριβέστερα την «οδόν του Θεού». Ο Απολλώ ήταν φλογερός κήρυκας του Ευαγγελίου, αλλά δε γνώριζε τα περί της ελεύσεως του Αγίου Πνεύματος «δι’ επιθέσεως των χειρών των Αποστόλων» στους βαπτιζομένους. Αυτός γνώριζε μόνο το βάπτισμα του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, το οποίο όμως ήταν βάπτισμα μετανοίας.

Λαμβάνοντας αφορμή από το βίο και την πολιτεία του αγίου αυτού ανδρογύνου πολλά μπορούμε να αναπτύξουμε. Περιοριζόμαστε όμως στα παρακάτω:

Πρώτον, το γεγονός ότι δεν είχαν αποκτήσει παιδιά δεν έπαιξε αρνητικό ρόλο στη ζωή τους και δε στάθηκε ικανό να παγώσει την αγάπη τους και να ψυχράνει τις μεταξύ τους σχέσεις, όπως συμβαίνει δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις. Και τούτο, γιατί η ποιότητα της αγάπης τους ήταν τέτοια, που δεν ήταν δυνατόν να επηρεαστεί από αυτό το γεγονός. Ήταν αληθινή αγάπη, ανιδιοτελής και όχι σαρκική και εμπαθής. Αγαπούσαν και οι δύο τον Θεό και αυτή η αγάπη τούς ένωνε και μεταξύ τους. Το γεγονός ότι δεν τεκνοποίησαν το είδαν ως θέλημα του Θεού και έκαναν υπακοή διατηρώντας έτσι την εσωτερική ειρήνη και την ενότητα μεταξύ τους.

Βέβαια, τα παιδιά είναι καρπός της συζυγίας και η απουσία τους δημιουργεί ίσως κάποια προβλήματα. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι η παρουσία των παιδιών στο γάμο είναι χωρίς προβλήματα. Πρέπει να συνειδητοποιηθεί από τους συζύγους ότι τα παιδιά είναι καρπός και όχι σκοπός του γάμου. Γιατί σκοπός του κατά Χριστόν γάμου, όπως και της κατά Χριστόν παρθενίας, είναι η θέωση, η σωτηρία της ψυχής. Ο γάμος, όπως και η παρθενία, είναι δύο δρόμοι που οδηγούν στο ίδιο τέλος. Όταν τίθεται η τεκνοποιία ως σκοπός του γάμου, τότε είναι φυσικό στην αντίθετη περίπτωση να υπάρχει απογοήτευση με όλα τα επακόλουθα. Εάν θεωρείται πρόβλημα και δοκιμασία η απουσία των παιδιών στο γάμο, η παρουσία και η ανατροφή τους είναι στην πραγματικότητα Γολγοθάς και σταυρός. Η αποδοχή του θελήματος του Θεού σε κάθε περίπτωση διασφαλίζει την εσωτερική ειρήνη και την ενότητα μεταξύ των συζύγων. Η ανιδιοτελής προσφορά και η διακονία προς τους «ελαχίστους αδελφούς του Χριστού» συμβάλλει τα μέγιστα στην απόκτηση εσωτερικής πληρότητας.

Δεύτερον, το ότι δέχονταν την καθοδήγηση και τις συμβουλές του αποστόλου Παύλου στα διάφορα προβλήματα που αναφύονταν στις μεταξύ τους σχέσεις, είχε σαν αποτέλεσμα να διασφαλίζεται η μεταξύ τους ενότητα και να αυξάνεται η αγάπη. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό, το να μη φθίνει δηλαδή και ξεθωριάζει η αγάπη με το πέρασμα του χρόνου, αλλά αντίθετα να αυξάνεται και να δυναμώνει. Το να έχουν οι σύζυγοι πνευματικό πατέρα και να τον συμβουλεύονται, δε δεσμεύει την ελευθερία τους. Αντίθετα, μάλιστα, τη διασφαλίζει και τους βοηθά να αποφεύγουν τα μεγαλύτερα και σοβαρότερα λάθη και να φτάνουν στην, κατά το δυνατόν, ορθότερη λύση των διαφόρων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν κατά καιρούς στη ζωή τους. Ο πνευματικός πατέρας έχει τη δυνατότητα να βοηθά ουσιαστικά, επειδή το κάνει με το φωτισμό του Θεού, αλλά και επειδή είναι έξω από το πρόβλημα και γι’ αυτό έχει τη δυνατότητα να βλέπει τα πράγματα καθαρότερα και να τα αντιμετωπίζει με νηφαλιότητα και ψυχραιμία.

Κατά τη διάρκεια του μυστηρίου του γάμου, όταν ψάλλεται ο «χορός του Ησαΐα», ο ιερέας προπορεύεται των νεονύμφων κρατώντας στα χέρια του το Ευαγγέλιο. Αυτό σημαίνει ότι ο ιερέας, ως πνευματικός πατέρας, πρέπει να προπορεύεται και οι νεόνυμφοι να τον ακολουθούν, δηλαδή να τον συμβουλεύονται και να τον υπακούουν. Και φυσικά αυτός θα πρέπει να τους καθοδηγεί όχι βάσει δικών του σκέψεων και στοχασμών, αλλά σύμφωνα με το πνεύμα του ιερού Ευαγγελίου.

Τα λόγια του αποστόλου Παύλου για τους αγίους Ακύλα και Πρίσκιλλα: «χάριν της ζωής μου κινδύνευσαν να αποκεφαλισθούν», φανερώνουν το μεγαλείο της ψυχής των Αγίων, τον τρόπο της ζωής τους και την ποιότητα της αγάπης τους, που δοκιμάστηκε και άντεξε στις πιο αντίξοες συνθήκες και που με το πέρασμα του χρόνου αυξανόταν συνεχώς και δυνάμωνε.