Ο άγιος Τύχων
Επίσκοπος Αμαθούντος Κύπρου
16η Ιουνίου
Ο άγιος Τύχων καταγόταν από την αρχαία πόλη της Κύπρου Αμαθούντα και έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. στα χρόνια των βασιλέων Αρκαδίου και Ονωρίου. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και τον ανέθρεψαν “εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου”. Μάλιστα, από νέος αφιερώθηκε από τους γονείς του στον Θεό. Ήταν από την παιδική του ηλικία φιλάνθρωπος και ελεήμων. Έμαθε τα ιερά γράμματα, μελέτησε τις Γραφές και διέπρεψε στην αρετή. Μικρός βοηθούσε τον πατέρα του στο αρτοποιείο που εκείνος διέθετε και στους φτωχούς έδινε ψωμί χωρίς να εισπράττει χρήματα. Κάποια φορά, ο πατέρας του τον παρατήρησε, επειδή “το είχε παρακάνει” κατά την κρίση του, και τον πήρε μαζί του στην αποθήκη για να του δείξει το σιτάρι που συνεχώς λιγόστευε. Με έκπληξη όμως παρατήρησε ότι η αποθήκη ήταν γεμάτη σιτάρι και από τότε του επέτρεψε να ελεεί απλόχερα τους φτωχούς. Στον μικρό Τύχωνα αυτό φάνηκε πολύ φυσικό, γιατί πίστεψε με όλη του την καρδιά το λόγο που άκουσε, ότι δηλαδή όποιος ελεεί τους φτωχούς δανείζει στον Θεό, ο οποίος θα του το ανταποδώσει στο πολλαπλάσιο. Και τώρα διαπίστωνε ότι ο λόγος αυτός είναι πέρα για πέρα αληθινός.
Ο άγιος Τύχων έγινε κατ΄ αρχάς αναγνώστης και στην συνέχεια διάκονος και πρεσβύτερος. Όμως λόγω της αρετής του, του σεμνού και εγκρατή βίου του και της θέρμης του κηρύγματός του, αξιώθηκε να γίνει ποιμενάρχης της επισκοπής Αμαθούντος (χειροτονήθηκε και στους τρεις βαθμούς ιεροσύνης από τον επίσκοπο Αμαθούντος Μνημόνιο, τον οποίο και διαδέχτηκε μετά το θάνατό του). Από τη θέση αυτή στάθηκε με αφοσίωση κοντά στους αδύνατους και τους φτωχούς. Με τα πύρινα κηρύγματά του και δια του μυστηρίου του Βαπτίσματος ενέταξε στους κόλπους της Εκκλησίας πάρα πολλούς ειδωλολάτρες, οδηγώντας τους από το σκοτάδι της φιλήδονης και εμπαθούς βιοτής στο φως της κατά Χριστόν ζωής. Αγαθός ποιμένας, με το λόγο και τη διδασκαλία του στερέωνε τους πιστούς στην ευσέβεια. Επί των ημερών του η κολυμβήθρα έγινε πολύτεκνη. Αναφέρει ο ιερός Συναξαριστής ότι κατέστρεψε πολλούς ειδωλολατρικούς ναούς και οικοδόμησε χριστιανικούς. Όλα αυτά εξόργισαν τους φανατισμένους ειδωλολάτρες, τους ιερείς των ειδώλων, αλλά και κάποιους που είδαν να θίγονται τα οικονομικά τους συμφέροντα, και τον πολέμησαν με αγριότητα. Ωστόσο, δεν επέτρεψε ο Θεός να υποστεί το μαρτύριο και “ετελειώθη εν ειρήνη”.
Όσο ζούσε, αλλά και μετά το θάνατό του, τέλεσε πολλά θαύματα. Από τα αναρίθμητα θαύματα του Αγίου μπορεί να ξεχωρίσει κανείς ένα, το οποίο είναι ασυνήθιστο. Όταν ο Άγιος ζούσε, φύτεψε ένα ξερό κλήμα και αφού προσευχήθηκε θερμά αυτό βλάστησε και έδωσε καρπούς. Από τότε κάθε χρόνο το θαύμα επαναλαμβάνεται. Την ημέρα της μνήμης του το κλήμα παρουσιάζει σταφύλια ώριμα και γλυκά, τα οποία προσφέρονται ως ευλογία στους πιστούς.
Ἀπολυτίκιον
Θείας ἔτυχες, ἱερατείας, νεύσει κρείττονι ἐκλελεγμένος, ὡς θεράπων τῆς Τριάδος ἐπάξιος· σὺ γὰρ τῶν ἔργων ἐκλάμπων τοῖς χάρισι, τὴν Ἐκκλησίαν ἐστήριξας θαύμασι. Τύχων ὅσιε, Χριστόν τὸν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.