Ο άγιος μάρτυς Καλλιόπιος

7η Απριλίου

Καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας που βρίσκεται στη Μ. Ασία. Έζησε και μαρτύρησε στα χρόνια των διωγμών του Διοκλητιανού και του Μαξιμιανού. Έχασε τον πατέρα του πολύ νωρίς, αλλά η μητέρα του Θεόκλεια τον γαλούχησε με τα ιερά γράμματα του Ευαγγελίου. Γι’ αυτό και όταν άρχισε ο διωγμός, ο νεαρός Καλλιόπιος, ύστερα από παραίνεση της μητέρας του, όχι μόνο δε φοβήθηκε αλλά και θαρραλέα σήκωσε το ανάστημά του απέναντι στους διώκτες.

Κάποτε ο έπαρχος της Πομπηιούπολης Μάξιμος ήρθε στην Πέργη όπου βασάνισε και σκότωσε πολλούς χριστιανούς. Ο Καλλιόπιος, με τη χαρακτηριστική τόλμη που τον διέκρινε, παρουσιάστηκε μόνος του μπροστά στον έπαρχο, ομολόγησε με θάρρος την πίστη του και του είπε ότι θα δώσει λόγο στον Θεό για τις κακουργίες που διέπραττε εναντίον αθώων ανθρώπων. Αμέσως ο έπαρχος διέταξε να τον βασανίσουν δένοντάς τον σε τροχό, κάτω από τον οποίο έκαιγε φωτιά. Όμως ο τροχός σταμάτησε και η φωτιά έσβησε όταν εμφανίστηκε ξαφνικά άγγελος Κυρίου. Κατόπιν, τον έκλεισαν στη φυλακή, όπου τον επισκεπτόταν η μητέρα του δίνοντάς του κουράγιο. Μετά από ορισμένο χρόνο ο έπαρχος τον έβγαλε από τη φυλακή και τον ρώτησε αν συνέχιζε να πιστεύει στον Χριστό. Ο Καλλιόπιος με θάρρος απάντησε ότι εμμένει στις πεποιθήσεις του. Τότε πάρθηκε η απόφαση να πεθάνει με σταυρικό θάνατο. Αυτό προκάλεσε μεγάλη χαρά στον Καλλιόπιο, γιατί θα πέθαινε όπως ο Κύριος. Τον σταύρωσαν κατά θεία «σύμπτωση» Μεγάλη Παρασκευή και άξια πήρε το στεφάνι του μαρτυρίου. Η μητέρα του Θεόκλεια – κατά την παράδοση – αφού αγκάλιασε το σώμα του γιου της, ξεψύχησε και αυτή.

 

Ἀπολυτίκιον

Ἐκβλαστήσας ὡς ρόδον Μάρτυς ἀμάραντον, ἀθλητικῶς κατευφραίνεις τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, τῇ εὐπνοίᾳ τῶν λαμπρῶν κατορθωμάτων σου. Σὺ γὰρ παθῶν ζωοποιῶν ἀνεδείχθης κοινωνὀς, νομίμως ἀνδραγαθήσας, ὦ Καλλιόπιε μάκαρ, ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Σωτήρος ἡμῶν.

Ὁ μάρτυς σου, Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου τοὺς τυράννους καθεῖλεν· ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.