Ο όσιος Αρσένιος

ο Μέγας

8η Μαΐου

Ο όσιος Αρσένιος ο Μέγας έζησε μεταξύ 4ου και 5ου αι. μ.Χ. Γεννήθηκε στην παλαιά Ρώμη, επί αυτοκράτορα Γρατιανού (375 – 383 μ.Χ.). Αργότερα, προσκεκλημένος από τον αυτοκράτορα, όπως θα δούμε παρακάτω, μετέβη στη νέα Ρώμη, δηλαδή στην Κωνσταντινούπολη και τέλος κατέληξε στην έρημο της Αλεξάνδρειας, όπου και τελείωσε την επίγεια ζωή του.

Ο άγιος Αρσένιος ήταν άνθρωπος σοφός και “κατά Θεόν” και “κατά άνθρωπον”. Από την πολύ νεαρή του ηλικία ακόμη, σπούδασε την ανθρώπινη γνώση και σοφία, τη φιλοσοφία και τη ρητορική. Αλλά με την προσευχή, τη λατρευτική ζωή, τη μελέτη και την τήρηση των θείων εντολών βίωσε και έμαθε και την “άγνωστον γνώσιν”. Την γνώση που δεν μπορεί να γίνει κατανοητή με το ανθρώπινο μυαλό, αλλά αποκαλύπτεται από τον Θεό στην κεκαθαρμένη καρδιά. Με άλλα λόγια, εντρύφησε με τη μελέτη και τον τρόπο της ζωής του στα μυστήρια της βασιλείας του Θεού και αναδείχθηκε σοφός διδάσκαλος και άριστος παιδαγωγός. Σε νεαρή ηλικία χειροτονήθηκε διάκονος από τον επίσκοπο Ρώμης και αποτελούσε καύχημα μεταξύ των κληρικών για το ήθος του. Η φήμη του ως σοφού παιδαγωγού και διδασκάλου είχε ξεπεράσει τα όρια της ιδιαίτερής του πατρίδας και ήταν τόσο μεγάλη, που ανάγκασε τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Α’ τον Μέγα να παραβλέψει όλους τους μεγάλους παιδαγωγούς της Βασιλεύουσας και να τον προσκαλέσει στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να αναλάβει την διαπαιδαγώγηση των δύο παιδιών του, του Ονωρίου και του Αρκαδίου. Μάλιστα, για να επιτύχει τον σκοπό του ο Θεοδόσιος χρειάσθηκε να παρακαλέσει τον βασιλέα Γρατιανό, και ακόμη να καταφύγει στη συνδρομή του πάπα Ιννοκεντίου, ο οποίος πάπας, εννοείται ότι ήταν τότε Ορθόδοξος. Το ένα όμως από τα δύο βασιλόπουλα, ο Αρκάδιος, κατοπινός διώκτης του Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου, ήταν τύπος ατίθασος και ανεπίδεκτος της άριστης παιδαγωγίας του Αρσένιου. Εξαιτίας των προβλημάτων, που δημιουργούσε ο Αρκάδιος στον Αρσένιο, αυτός αποφάσισε να παραιτηθεί. Ο Θεοδόσιος δεν δέχθηκε την παραίτησή του και ο Αρσένιος αναγκάστηκε να φύγει κρυφά στην Αλεξάνδρεια.

Ο αυτοκράτορας τιμούσε και σεβόταν τον Όσιο, ενώ οι άρχοντες της βασιλικής Συγκλήτου τον θεωρούσαν ως μέγα θησαυρό και κειμήλιο. Εκείνος όμως, που δεν αγάπησε ποτέ την ανθρώπινη δόξα, ήθελε να φύγει στην έρημο και εκεί να αφοσιωθεί στην προσευχή. Προς τον σκοπό αυτό παρακαλούσε μέρα – νύχτα τον Θεό να του αποκαλύψει το θέλημά Του και έλαβε την απάντηση “Αρσένιε φεύγε και σώζου”. Τότε χωρίς να χάσει καιρό άλλαξε τα ρούχα του με άλλα πιο ευτελή και ανεχώρησε για την Σκήτη της Αλεξάνδρειας. Εκεί έλαβε την πληροφορία από τον Θεό να ασκηθεί περισσότερο στην σιωπή και την ησυχία. Έπλεκε καλάθια και έκλαιγε συνεχώς, παρακαλώντας τον Θεό να βοηθήσει για να κάνει αρχή στην εφαρμογή του αγαθού. Κάποτε τον επισκέφθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας Θεόφιλος μαζί με μερικούς άλλους και τον παρακάλεσε να τους πει κάποιο λόγο για να ωφεληθούν πνευματικά. Τότε ο μέγας Αρσένιος τους ρώτησε. “Εάν σάς πω κάποιο λόγο θα τον εφαρμόσετε;” Και όταν εκείνοι απάντησαν ναί, τους αποκρίθηκε. “Όπου ακούετε ότι ευρίσκεται ο Αρσένιος μην πλησιάσετε σε αυτόν”. Το περιστατικό αυτό δείχνει τη μεγάλη του ταπείνωση. Βίωνε στην καθημερινή του ζωή το λόγο “όσο μέγας εί, τοσούτον ταπείνου σεαυτόν”.

Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης περιγράφει και την εξωτερική του όψη και λέει ότι ο όσιος Αρσένιος ήταν “ξηρός το σώμα και μακρύς εις το μέγεθος, είχε τα γένεια μακριά έως την κοιλίαν, το είδος του προσώπου του ήτο αγγελικόν και σεβάσμιον, ως το του Πατριάρχου Ιακώβ”. Ευδοκίμησε στη διδασκαλία και τη μέθοδο της πνευματικής οικοδομής, με αποτέλεσμα πολλοί από τις πόλεις και τα χωριά να τον επισκέπτονται για να τον ακούσουν. Εκοιμήθη το 445 μ.Χ. σε βαθύ γήρας, περίπου 100 χρόνων (κατά άλλους 120 ετών). Από αυτά τα 55 τα πέρασε στην έρημο! Όταν πλησίαζε η ώρα της εξόδου του από την πρόσκαιρη αυτή ζωή, τον ρώτησαν οι μαθητές του, σε ποιόν τόπο και πώς θα ήθελε να τον ενταφιάσουν και εκείνος ο μακάριος τους αποκρίθηκε: “Ω τέκνα μου, να δέσετε σχοινίον εις τους πόδας μου και να με σύρετε εις το βουνόν”. Είναι και αυτή η απάντηση ενδεικτική της μεγάλης του ταπείνωσης, που τον οδηγούσε στο σημείο να μην έχει καμία απολύτως εκτίμηση στον εαυτό του. Όμως ο Δίκαιος Κριτής, ο οποίος χαριτώνει και δοξάζει τους ταπεινούς, τον ύψωσε τόσο πολύ και τον ανέδειξε Μέγα.