Περπατούσα στην παραλία της Θεσσαλονίκης απόγευμα προς βράδυ, όταν ένας τοξικομανής με πλησίασε.
Δε μου ζήτησε λεφτά, αλλά με ρώτησε αν μπορούσα να του αγοράσω μια ρόκα (καλαμπόκι) που έψηνε κάποιος πιο κάτω σε ένα μικρό πάγκο που είχε στήσει.
Τον ρώτησα αν ήθελε και κάτι άλλο. Μου είπε ότι ήθελε να πάω να του την αγοράσω εγώ επειδή χρωστούσε στον καλαμποκά και ίσως να μη του έδινε. Πήγα και, αφού του την έφερα, με ρώτησε αν μπορώ να κάτσω λίγο μαζί του, ή αν ντρέπομαι! Του απάντησα ότι θα ντραπώ αν δεν κάτσω. Τότε μου είπε το εξής εκπληκτικό:
«Φίλε, μακριά από τον Χριστό, έτσι καταντάς! Όμως προσπαθώ εδώ και καιρό να κόψω τα ναρκωτικά για να μην Τον στεναχωρώ. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω, αλλά επειδή μάλλον δε θα ζήσω πολύ, θέλω όταν θα πάω μπροστά Του να έχω να του δείξω τον αγώνα μου μήπως και με λυπηθεί.»
Ήμασταν κάπου κοντά στο ύψος του Ι. Ναού Κυρίλλου και Μεθοδίου. Μου λέει:
«Πάω κάθε πρωί απέναντι και με κοιτούν όλοι καλά-καλά, επειδή νομίζουν ότι θέλω λεφτά. Όμως εγώ πηγαίνω μπροστά στην εικόνα για να ζητήσω βοήθεια να κόψω τα ναρκωτικά. Δεν ανάβω κερί, επειδή δεν έχω λεφτά να πάρω (ΦΙΛΟΤΙΜΟ). Και κάθε βράδυ πάλι πηγαίνω και λέω «δεν τα κατάφερα, συγγνώμη»! Ή λέω «σήμερα κάπως το πάλεψα, ευχαριστώ».
Έζησα στα λόγια αυτού του ανθρώπου στιγμές από τα συναξάρια. Του έδωσα κάτι λεφτά και του είπα από αύριο να πηγαίνει στην εκκλησία και να παίρνει κερί, αλλά να προσεύχεται και για τη δικιά μου ψυχή. Με διαβεβαίωσε ότι τα λεφτά δε θα τα χαλάσει και ότι θα τα δώσει όλα μαζεμένα εκεί για να μην μπαίνει στον πειρασμό και τα ξοδέψει, και κάθε μέρα θα παίρνει 2 κεριά.
Του λέω «με λένε Νίκο». Μου είπε ότι δεν είναι δύσκολο να με θυμάται, αφού κανείς δεν κάθεται μαζί του και έτσι δεν έχει φίλους και γνωστούς. Δε ρώτησα πολλά γι’ αυτόν. Δεν ήθελα να νιώσει ότι παραβιάζω την παράξενη ζωή του με την αδιακρισία μου. Την ώρα που έφευγα, μου είπε ότι χάρηκε που έκατσα μαζί του και ότι του έκανε καλό η παρέα.
Τώρα εσείς που διαβάζετε αυτό το κείμενο καταλαβαίνετε καλά ποιος από τους δυο ωφελήθηκε! Πριν τη συνάντησή μου με αυτόν τον άνθρωπο, είχα σκέψεις ότι όλη μου η ζωή είναι ένα ζόρι και ότι όλο δυσκολίες αντιμετωπίζω. Πάνω που πήγαινε να με πάρει από κάτω, ήρθε στο δρόμο μου αυτή η ψυχή.
Πώς μετά να μην πω ότι ο Θεός μας αγαπάει; Πώς;
Πολύ μας αγαπάει…
Εν τω μεταξύ μάλλον από σήμερα και για λίγες τουλάχιστον μέρες, ένας τοξικομανής προσεύχεται και για μένα!
Να δείτε που οι άνθρωποι του περιθωρίου και οι «τελειωμένοι» θα μας σπρώξουν στον Παράδεισο!
Ευχαριστώ για όλα παράξενε φίλε.
Νίκος Β.