Σεπτέμβριος 1922, Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Ο ελληνικός στρατός, που βρίσκεται στη Μικρά Ασία, έχει ηττηθεί κι έχει οπισθοχωρήσει έως την παραλιακή πόλη.

Όπου να ‘ναι θα φτάσει ο τουρκικός στρατός που, χωρίς αμφιβολία, θα προβεί σε λεηλασίες. Όλοι προσπαθούν να φύγουν όπως μπορούν, να εξασφαλίσουν μία θέση σε κάποιο πλοίο, για να φτάσουν στην Ελλάδα και να σώσουν τη ζωή τους. Σε αυτές τις ώρες της αγωνίας ανοίγουν οι πόρτες του μητροπολιτικού μεγάρου. Μία ομάδα από τους άρχοντες της Σμύρνης αναζητούν τον μητροπολίτη της πόλης, Χρυσόστομο, και του ζητούν να φύγει κι αυτός, για να σωθεί. Άλλωστε, όλοι οι υψηλά ιστάμενοι της Σμύρνης είχαν ήδη βρει μία θέση, για να φύγουν. Η απάντηση του μητροπολίτη, όμως, είναι ξεκάθαρη:

«Όλοι φεύγετε, κι όμως κάποιος πρέπει να μείνει εδώ.»

Ο ηρωικός μητροπολίτης, μέσα στη δίνη της Μικρασιατικής Καταστροφής, προτίμησε να μείνει στην πόλη και να περάσει τις δύσκολες εκείνες στιγμές δίπλα στο ποίμνιό του. Κι όχι μόνο στάθηκε δίπλα του, αλλά μαρτύρησε για χάρη του. Αποτέλεσμα· να ενταχθεί στη χορεία των αγίων και μαρτύρων της πίστης του Χριστού.

Πιάνοντας από την αρχή «το κουβάρι των γεγονότων», φθάνουμε στο τέλος του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918). Η Ελλάδα είχε βρεθεί τότε στην πλευρά των νικητών, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία – μετέπειτα Τουρκία – στην πλευρά των ηττημένων. Με τη συνθήκη των Σεβρών (1920) η Ελλάδα απέκτησε την περιοχή της Σμύρνης, που βρισκόταν στα παράλια της Μικράς Ασίας. Στη Σμύρνη, αλλά και στη Μικρά Ασία γενικότερα, κατοικούσαν πολλοί Έλληνες και πάνω σε αυτό το γεγονός η Ελλάδα θεμελίωσε τις εδαφικές της διεκδικήσεις. Οι Τούρκοι όμως, αν και ηττημένοι, δε δέχθηκαν με σταυρωμένα τα χέρια την ήττα τους, την κατάληψη εδαφών τους από την Ελλάδα και τις συμμαχικές της δυνάμεις. Αντίθετα, οργανώθηκαν γύρω από έναν νέο ηγέτη, τον στρατιωτικό Μουσταφά Κεμάλ, και βάλθηκαν να διώξουν κάθε ξένη δύναμη από τα χώματά τους. Έτσι βρέθηκαν σε σύγκρουση και με τον ελληνικό στρατό. Η σύγκρουση αυτή διήρκεσε από το 1919 έως το 1922, οπότε τελικά επικράτησε ο στρατός του Κεμάλ και οι Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Μικρά Ασία. Ο τουρκικός στρατός επιδόθηκε σε βιαιοπραγίες και καταστροφές μεγάλων διαστάσεων στις περιοχές απ’ όπου περνούσε και ιδιαίτερα στη Σμύρνη, στην οποία μπήκε τον Σεπτέμβριο του 1922. Η πόλη καταστράφηκε, ο ελληνικός πληθυσμός σφαγιάστηκε άγρια και πλήθος Ελλήνων αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη και να καταφύγουν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες.

Η Μικρασιατική Καταστροφή, όπως έχoυν επικρατήσει να ονομάζονται τα παραπάνω γεγονότα, σφράγισε τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Αποτέλεσε την ταφόπλακα του μικρασιατικού ελληνισμού και οδήγησε σε μία πρωτοφανή ανθρώπινη τραγωδία, καθώς πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι αναγκάστηκαν να ξεριζωθούν βίαια από τις εστίες τους και να ακολουθήσουν τον δρόμο της προσφυγιάς, εξαθλιωμένοι και γεμάτοι πληγές τόσο στο σώμα, όσο και στην ψυχή. Μέσα σε αυτή την τραγωδία, όμως, βρέθηκαν και μορφές, όπως αυτή του αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης, που αποτελούν φωτεινά παραδείγματα πίστης στον Χριστό και αγάπης προς τους ανθρώπους. Τόσο ο άγιος Χρυσόστομος, όσο και άλλοι λειτουργοί του Θεού, αποφάσισαν, αντί να φύγουν και να σωθούν, να μείνουν στα μικρασιατικά χώματα και να κακοπαθήσουν μέχρι θανάτου μαζί με το ποίμνιό τους. Έτσι έδειξαν πως, ακόμη και στις πιο τραγικές και δύσκολες ώρες, η Εκκλησία του Χριστού πάντοτε στέκεται και θα στέκεται δίπλα στους ανθρώπους. Το πιο σημαντικό γεγονός, όμως, είναι πως η Εκκλησία, όπως έκανε πάντοτε στην ιστορία, πορεύθηκε πλάι στον ελληνισμό, όχι μόνο στον δρόμο της δόξας και της τιμής, αλλά και στον δρόμο του μαρτυρίου.