
Το ωραιότερο στολίδι
Την περίμενε μήνες τώρα! Πώς την περίμενε τούτη την παραμονή πρωτοχρονιάς η δεκαπεντάχρονη Τσιρακίμπα!
Είναι αλήθεια, πως η πόλη τους, η όμορφη Κανάνγκα, έπαιρνε άλλη όψη τούτη τη βραδιά. Όλα τα μεγάλα καταστήματα στο κέντρο της πόλης, στολισμένα, περίμεναν τους πελάτες ν’ αγοράσουν τα μικρά ή τα μεγάλα δώρα τους. Οι περισσότεροι έπρεπε να δουλέψουν μήνες για να μπορέσουν να βάλουν κάποια χρήματα στην άκρη για τούτα τα δώρα.
Μεγαλωμένη η Τσιρακίμπα από γονείς ευσεβείς, ανάμεσα σε άλλα πέντε αγόρια, που το ένα συναγωνίζοταν το άλλο σε αφοσίωση και προσφορά στα ποικίλα έργα του Ορθόδοξου Ιεραποστολικού Κέντρου, μαθήτρια του Κατηχητικού η ίδια, δεν είχε τις ίδιες επιδιώξεις με τις άλλες συμμαθήτριές της. Οι περισσότερες από εκείνες θα περνούσαν τη νύχτα της παραμονής της πρωτοχρονιάς με τους γονείς και τα αδέλφια τους στα πολλά χορευτικά κέντρα της Κανάνγκα ή με συγγενικές παρέες θα γιόρταζαν με ολονύχτιες διασκεδάσεις τον ερχομό του νέου χρόνου, κάτω από παράξενους ήχους μουσικής.
Παλιότερα της άρεσαν και της Τσιρακίμπα όλα αυτά. Από τότε όμως που ο λευκός ιερέας τους είπε πως παραμονή τέτοιας μέρας οι χριστιανοί παίρνουν καινούργιες αποφάσεις και ετοιμάζονται για να πάνε την επόμενη ημέρα – ημέρα που γιορτάζει ο Μέγας Βασίλειος – στην εκκλησία, εκείνη δεν παίρνει μέρος σε αυτά, ακόμη κι αν δέχεται τις επιθέσεις και τις ειρωνείες των συμμαθητών της.
Όμως η φετινή πρωτοχρονιά ήταν ξεχωριστή. Η μάνα της τής υποσχέθηκε κάτι μεγάλο πέρυσι, όταν την είχε πάρει μαζί της στην αγορά για λίγα ψώνια. Πόσο μαγεύτηκε η Τσιρακίμπα από όλα αυτά που είδε εκεί πέρα. Πόσο της άρεσαν τα ποικιλόχρωμα υφάσματα, ζωγραφισμένα με παραστάσεις ζώων, πουλιών και λογής-λογής άλλα χρώματα και σχήματα. Τι ωραία που ήταν εκείνα τα πολύχρωμα μαντήλια! Όμως πιο πολύ απ’ όλα θαύμασε τα όμορφα χτενίσματα στα κεφάλια των άλλων κοριτσιών. Τούτη η δουλειά ήθελε χρόνο και τέχνη αλλά κόστιζε και πολύ. Η Τσιρακίμπα δεν ήξερε τι να πρωτοθαυμάσει και να πρωτοζηλέψει.
– Μάνα, πότε θα χτενιστώ κι εγώ πρωτοχρονιά έτσι; τόλμησε και είπε με παράπονο.
– Του χρόνου, της είπε, σαν μεγαλώσεις λίγο ακόμη, αντί για άλλο δώρο θα πας χτενισμένη όμορφα την πρωτοχρονιά στην εκκλησία.
Να γιατί ονειρευόταν τούτη την πρωτοχρονιά η νεαρή κόρη. Θυμόταν τον τόπο που είδε τα πιο όμορφα χτενίσματα.
Κι έφτασε τούτη η ώρα. Παραμονή πρωτοχρονιάς και πάλι, μαζί με τη μάνα της μέσα στην αγορά, για τα συνηθισμένα μικρά δωράκια. Αλλά η Τσιρακίμπα φαίνεται κάπως σκεπτική τώρα. Το κοριτσίστικο μάτι κοιτάζει ολόγυρα τις συνομήλικές της με τα όμορφα χτενίσματα, αλλά δεν βγαίνει ο ίδιος παραπονετικός λόγος, όπως πέρυσι, από το στόμα της. Η σκέψη και η καρδιά της γυρίζουν στο παράπονο του μικρού της αδελφού, που ήρθε κλαίγοντας και της είπε:
– Προχθές, στην μεγάλη βροχή, δεν έβγαλα τα καινούργια μου παπούτσια και αυτά χάλασαν. Τώρα μου έμειναν τα παλιά, με τα μπαλώματα. Ζήτησα από την μάνα να μου πάρει καινούργια, αλλά μου είπε ότι έπρεπε να τα είχα προσέξει γιατί δεν έχει άλλα λεφτά να μου πάρει. Έχει υποσχεθεί κάτι σε εσένα από πέρυσι…
Από τις σκέψεις της, την έβγαλε η φωνή της κουρασμένης μάνας της.
– Τσιρακίμπα, σειρά έχει τώρα το δικό σου δώρο. Διάλεξε, σε ποιο κομμωτήριο θες να πάμε;
Δάκρυσαν τότε τα μαύρα μάτια του κοριτσιού και είπε.
– Όχι μάνα. Τελικά θέλω να είμαι απλά χτενισμένη τούτη την ημέρα. Με τα χρήματα αυτά σε παρακαλώ, ας πάρουμε καινούρια παπούτσια στον Τσιάμπα.
Ανάσανε βαθιά η Κανανγκέζα μάνα, που την έβγαλε η κόρη της από την δύσκολη θέση. Στην μνήμη της Τσιρακίμπα ήρθαν τότε και πάλι τα λόγια που άκουσε από την κατηχήτριά της τούτη την Κυριακή.
– Στα χρόνια, τους είπε, που κήρυξε ο σοφός, ο θεοφώτιστος Απόστολος Παύλος, συνήθιζαν οι γυναίκες να χτενίζονται περίτεχνα, όπως και σήμερα, εδώ στο Ζαΐρ. Ανάμεσα στο πολύπλοκο χτένισμα των μαλλιών τους έβαζαν χρυσές κορδέλες, αλυσίδες χρυσές, φορούσαν και χρυσοκέντητα ρούχα. Όμως ο Απόστολος τους είπε ότι η ομορφιά της γυναίκας δεν βρίσκεται στην εξωτερική εμφάνιση, αλλά κρύβεται στα βάθη της καρδιάς της. Στον πλούτο της αγάπης της, στην υπομονή που δείχνει, στην συγχωρητικότητα που έχει…»
Ναι, δεν χρειάζονται τα εξωτερικά στολίδια, σκέφτηκε κι η μάνα της. Η αγάπη, η καλοσύνη του παιδιού της, ο σταθερός αγώνας της ενάντια στο κακό, το ενδιαφέρον και η θυσία της για τους άλλους, η ταπεινοφροσύνη ήταν τα πιο όμορφα στολίδια της Τσιρακίμπα, που την έκαναν να ξεχωρίζει από τις άλλες συνομήλικές της εκεί στην γειτονιά. Γύρισε τότε και της είπε:
Την καλύτερη πρωτοχρονιά θα ζήσουμε αύριο!…