Οι άγιοι μάρτυρες

Τερέντιος, Αφρικανός, Μάξιμος, Πομπήιος

και άλλοι τριάντα έξι

10η Απριλίου

Μαρτύρησαν επί του αυτοκράτορα της Ρώμης Δεκίου, ο οποίος διέταξε γενικό διωγμό των χριστιανών σε όλο το κράτος του το 250 μ.Χ. Σύμφωνα με την αυτοκρατορική διαταγή, ο έπαρχος στην Αφρική Φορτουνάτος έκανε σχετική γνωστοποίηση προς το κοινό. Φρόντισε μάλιστα να τεθούν σε διάφορα δημόσια μέρη διάφορα βασανιστικά όργανα για εκφοβισμό.

Οι εκεί χριστιανοί αποτελούσαν τότε μία μικρή κοινότητα. Το αυτοκρατορικό θέσπισμα καθώς και οι δηλώσεις και απειλές του επάρχου και άλλων δημοσίων οργάνων τους τρομοκράτησαν τόσο πολύ, ώστε οι περισσότεροι από την κοινότητα εκείνη στην πρώτη πρόσκληση για ανάκριση αρνούνταν την πίστη τους. Σαράντα όμως από το σύνολο των ατόμων που κάλεσαν για ανάκριση, με επικεφαλής τον Τερέντιο, τον Αφρικανό, τον Μάξιμο και τον Πομπήιο, παρά τις πιέσεις και την ιδιαίτερη προσπάθεια του επάρχου, διότι ήταν από τους καλύτερους πολίτες, παρέμεναν αμετακίνητοι στην ομολογία του Χριστού.

Ο έπαρχος προσπάθησε στην αρχή να τους επηρεάσει με ευγενικό τρόπο. Τους είπε ότι αδυνατούσε να πιστέψει ότι πολίτες τόσο διακεκριμένοι παρασύρθηκαν στη χριστιανική δεισιδαιμονία. Ο Τερέντιος του απάντησε ότι “η δεισιδαιμονία υπήρχε στη μυθολογική πίστη της ειδωλολατρίας και το τι είναι η χριστιανική θρησκεία το μαρτυρούν οι πνευματικοί, ηθικοί, οικογενειακοί και κοινωνικοί καρποί της. Λοιπόν, εκλαμπρότατε έπαρχε, δεν είναι δυνατόν να δεχτούμε τις υποδείξεις σας για άρνηση του Χριστού. Ο Χριστός μας είναι η οδός και η αλήθεια και η σωτηρία και η αιώνια ζωή. Και την πίστη μας σ’ Εκείνον είμαστε έτοιμοι να τη μαρτυρήσουμε και με βασανιστήρια και με το θάνατό μας ακόμα”. Ο έπαρχος οργίστηκε, άρχισε να βρίζει και στράφηκε στους άλλους τρεις, τον Αφρικανό, τον Μάξιμο και τον Πομπήιο, και τους ρώτησε τι είχαν να δηλώσουν κι αυτοί. Η απάντηση ήταν ίδια με του Τερέντιου και ο έπαρχος, αφού τους απείλησε άγρια, διέταξε να τους οδηγήσουν και να τους κλείσουν σιδηροδέσμιους στα εσώτερα των φυλακών.

Την επόμενη μέρα ακολούθησε η πανηγυρική ομολογία του Χριστού και από τους άλλους 36. Προτροπές και υποσχέσεις και απειλές και βασανισμοί δεν μπόρεσαν να κλονίσουν τη γνώμη τους κι έτσι διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός τους. Οι άλλοι τέσσερις που είχαν κλειστεί στις φυλακές, έμειναν για μέρες με αλυσοδεμένα χέρια και πόδια, αλλά με το φρόνημα αδέσμευτο και τη γνώμη τους ηρωική. Μάταια υποβλήθηκαν σε βασανιστήριο ασιτίας και δίψας. Αυτοί έψαλλαν και επικαλούνταν τον Ιησού, τον άρτον της ζωής τον καταβάντα εκ του ουρανού, την πηγήν του ύδατος της αιωνίου ζωής. Ο έπαρχος, αφού πληροφορήθηκε την αμετάθετη γνώμη τους, έκανε και ο ίδιος την τελευταία απόπειρα. Δεν άλλαξε τίποτα. Τότε διέταξε να αποκεφαλιστούν κι αυτοί. Κατά την έξοδό τους από τη φυλακή και μέχρι τον τόπο της εκτελέσεώς τους, περιστοιχισμένοι από εκτελεστικό απόσπασμα και με δεμένα τα χέρια τους, έψαλλαν μεγαλόφωνα: “Έσωσας ημάς, Κύριε, εκ των θλιβόντων ημάς και τους μισούντας ημάς κατήσχυνας”.