Οι άγιοι 45 μάρτυρες

που μαρτύρησαν στη Νικόπολη της Αρμενίας

10η Ιουλίου

Αγωνίστηκαν και μαρτύρησαν για τη χριστιανική πίστη στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.) και του τοπικού ηγεμόνα της Νικόπολης της Αρμενίας Λυσία. Όταν ο Λικίνιος εξέδωσε διάταγμα κατά των χριστιανών, μόνοι τους ήρθαν στον Λυσία και ομολόγησαν ομόφωνα και με παρρησία τον Χριστό ενώπιον του σκληρού τυράννου. Σε ερώτηση του Λυσία για το ποιος τους έπεισε και αρνήθηκαν να προσφέρουν θυσία στους ειδωλολατρικούς θεούς, αυτοί απάντησαν: “Ο Χριστός είναι Εκείνος που μας δίδαξε και μας έπεισε να μη λατρεύουμε θεούς ανύπαρκτους και να μην προσκυνούμε τα είδωλά τους”. Οργισμένος ο δούκας διέταξε και τους φυλάκισαν δεμένους χειροπόδαρα, χωρίς να τους δίδεται καθόλου ψωμί και νερό. Οι Άγιοι πέρασαν τη νύχτα προσευχόμενοι. Μεταξύ άλλων έλεγαν: “Ευλογούμε, Κύριε, Εσένα, τον Βασιλιά της δόξας. Διότι Εσύ είσαι η αληθινή Ζωή που θυσιάστηκες για εμάς τους αμαρτωλούς, ο Υιός του αληθινού Θεού. Ένωσέ μας, Κύριε, ώστε όλοι μαζί με μία ψυχή να Σε ομολογήσουμε και όλοι μαζί να πεθάνουμε”. Το πρωί ο Λυσίας, αφού τους έβγαλε από τη φυλακή, τους ρώτησε αν μετάνιωσαν και επανήλθαν στους θεούς του κράτους. Οι Άγιοι με ένα στόμα απάντησαν: “Είμαστε χριστιανοί!”. Με μανία τότε ο Λυσίας διέταξε και βασανίστηκαν ποικιλοτρόπως. Τους έκοψαν τα χέρια και τα πόδια και στο τέλος τους έριξαν σε πυρωμένο καμίνι, όπου βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Μεταξύ των Μαρτύρων συγκαταλέγονταν και οι πρόκριτοι της πόλης, Λεόντιος, Μαυρίκιος, Δανιήλ και Αντώνιος. Το μαρτύριο έλαβε χώρα στη Νικόπολη της Αρμενίας.

Ἀπολυτίκιον

Στρατὸς θεοσύλλεκτος, παρεμβολὴ ἱερά, νομίμως ἀθλήσαντες ὑπὲρ τῆς δόξης Χριστοῦ, ἐν Πνεύματι ὤφθητε, Μάρτυρες τοῦ Κυρίου, Τεσσαράκοντα πέντε, λύσαντες δι’ ἀγώνων, τὴν πολύθεον πλάνην· διὸ ἡμῶν τοὺς ἀγῶνας, πάντες δοξάζομεν.