Ο άγιος Σπυρίδων

ο Θαυματουργός, Επίσκοπος Τριμυθούντος Κύπρου

12η Δεκεμβρίου

Έζησε την εποχή που βασίλευε ο Μέγας Κωνσταντίνος. Καταγόταν από την Κύπρο και στην αρχή ήταν ποιμένας προβάτων. Ο ίδιος ήταν γιος οικογένειας βοσκών, που ήταν κάπως εύποροι. Αν και μορφώθηκε αρκετά στην Κύπρο, συνέχισε να είναι βοσκός. Ήταν χαρακτήρας απλός, αγαθός, γεμάτος αγάπη για τον πλησίον. Τις Κυριακές και τις γιορτές οδηγούσε τους βοσκούς στους ιερούς ναούς και κατόπιν τους εξηγούσε την ευαγγελική ή την αποστολική περικοπή. Ήταν νυμφευμένος με μια ευσεβή γυναίκα, η οποία πέθανε νέα. Απέκτησε μία κόρη, την Ειρήνη. Έκτοτε, ο Άγιος πέρασε την υπόλοιπη ζωή του αφοσιωμένος στην υπηρεσία του Κυρίου και του πλησίον του. Λόγω της ηθικής του αρτιότητας ο Θεός τον τίμησε με το χάρισμα της θαυματοποιίας. Οι αρετές του και η δύναμη της πίστης του εκτιμήθηκαν και από το λαό, ώστε, όταν απεβίωσε ο επίσκοπος Τριμυθούντος της Κύπρου, του ζητήθηκε να αναλάβει αμέσως τον Επισκοπικό θρόνο. Υπήρξε μεγάλος θεματοφύλακας της Ορθόδοξης πίστης και, με τα επιχειρήματά του, ανέτρεπε τις κακοδοξίες των αιρετικών. Όταν ο Άγιος ήταν επίσκοπος Τριμυθούντος, συνέβη το εξής θαυμαστό περιστατικό: δύο κλέφτες εισέβαλαν στο μαντρί της Επισκοπής, με σκοπό να κλέψουν το κοπάδι. Με Θεία παρέμβαση όμως βρέθηκαν αλυσοδεμένοι. Την επόμενη ημέρα, όταν ο Σπυρίδων τους αντίκρυσε, όχι μόνο τους ελευθέρωσε, αλλά τους χάρισε και ένα κριάρι. Απεβίωσε εν ειρήνη στις 12 Δεκεμβρίου 350 μ.Χ. Το λείψανό του πήγε στη Κωνσταντινούπολη και μετά στην Κέρκυρα, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα. Το ιερό του λείψανο, μολονότι έχουν περάσει τόσοι αιώνες από το θάνατό του, σώζεται ολόσωμο, διατηρώντας και αυτήν ακόμα την ελαστικότητα του δέρματος και εξακολουθεί να είναι πηγή θαυμάτων για τους πιστούς!

Κατά την παράδοση στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, ο άγιος Σπυρίδωνας μίλησε για το δόγμα της Αγία Τριάδος με θαυμαστό τρόπο χρησιμοποιώντας ένα κεραμίδι, για αυτό και είναι ο προστάτης των κεραμοποιών.

Περισσότερα...

Γεννήθηκε από οικογένεια βοσκών, που ήταν κάπως εύπορη, το 270 μ.Χ. Αν και μορφώθηκε αρκετά στην πατρίδα του Κύπρο, όμως δεν άλλαξε επάγγελμα. Συνέχισε και αυτός να είναι βοσκός.

Ήταν χαρακτήρας απλός, αγαθός, γεμάτος αγάπη για τον πλησίον του. Τις Κυριακές και τις γιορτές, συχνά έπαιρνε τους βοσκούς και τους οδηγούσε στους ιερούς ναούς, και κατόπιν τους εξηγούσε την ευαγγελική ή την αποστολική περικοπή. Ο Θεός τον ευλόγησε να γίνεται συχνά προστάτης χήρων και ορφανών. Νυμφεύθηκε ευσεβή σύζυγο και απέκτησε παιδιά. Γρήγορα, όμως, η σύζυγός του πέθανε. Για να επουλώσει το τραύμα του ο Σπυρίδων αφοσιώθηκε ακόμα περισσότερο στη διδαχή του Θείου λόγου.

Μετά από πολλές πιέσεις, χειροτονήθηκε ιερέας. Και πράγματι, υπήρξε αληθινός ιερέας του Ευαγγελίου, έτσι όπως τον θέλει ο θείος Παύλος: «Ανεπίληπτον, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν, τέκνα έχοντα εν υποταγή μετά πάσης σεμνότητος» . Δηλαδή ακατηγόρητο, προσεκτικό, εγκρατή, σεμνό, φιλόξενο, διδακτικό, και να έχει παιδιά που να υποτάσσονται με κάθε σεμνότητα. Έτσι και ο Σπυρίδων, τόσο σωστός υπήρξε σαν ιερέας, ώστε όταν χήρεψε η επισκοπή Τριμυθούντος στην Κύπρο, δια βοής λαός και κλήρος τον εξέλεξαν επίσκοπο.

Από τη θέση αυτή ο Σπυρίδων προχώρησε τόσο που στην αρετή, ώστε τον αξίωσε ο Θεός να κάνει πολλά θαύματα.

Ο άγιος Σπυρίδων γνώριζε τον Θεό, αφού από μικρός έμαθε μέσω της προσευχής να επικοινωνεί μαζί Του. Επομένως ήταν αληθινά σοφός και αυτό φάνηκε καθαρά σε όλες και κυρίως στις κρίσιμες και καθοριστικές φάσεις της ζωής του. Στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο κήρυξε το ομοούσιο των Προσώπων της Αγίας Τριάδος, με τον δικό του τρόπο, και κατήσχυνε τον Άρειο. Απέκτησε το θαυματουργικό χάρισμα λόγω της καθαρότητας της καρδιάς του και της μεγάλης του αγάπης προς τον Θεό και τον άνθρωπο. Αξιώθηκε να ομιλήσει με τη νεκρή κόρη του, για να τη ρωτήση που έκρυψε το κόσμημα που της εμπιστεύτηκε μια γειτόνισσά της, και αυτή του απάντησε μέσα από τον τάφο. Δεν είχε χρήματα να δώσει σε κάποιο φτωχό πολυφαμελίτη που κινδύνευε, λόγω της ανομβρίας, να μείνει νηστικός και αυτός και η οικογένειά του, γι’ αυτό σκέφτηκε να του δώσει ένα χρυσό αντικείμενο να το υποθηκεύσει στους δανειστές και να πάρει σιτάρι. Ήταν όμως και ο επίσκοπος φτωχότερος από αυτόν και γι’ αυτό κατέφυγε στο θαύμα. Ένα φίδι που κυκλοφορούσε έξω από το σπίτι του το μετέβαλε σε χρυσάφι και του το έδωσε. Το σπουδαιότερο όμως είναι το ότι, όταν λειτουργούσε άκουγε και έβλεπε Αγίους Αγγέλους να συλλειτουργούν μαζί του. Τα θαυμαστά αυτά γεγονότα προκαλούν αμφιβολίες στους απίστους, αλλά και εντύπωση και δέος στους πιστούς. Δεν πρέπει όμως να μένουμε στον θαυμασμό, αλλά να προχωρούμε στην αιτία των γεγονότων. Δηλαδή να εξετάσουμε το πώς απέκτησε αυτά τα χαρίσματα και να προχωρήσουμε στην μίμηση της θεάρεστης ζωής του.

Ο επίσκοπος Τριμυθούντος ήταν άκακος και απλός. Βίωνε το λόγο του Αποστόλου των Εθνών, “πλουτιζόμενοι εις πάσαν απλότητα ήτις κατεργάζεται δι’ ημών ευχαριστίαν τω Θεώ”. Είχε αληθινή ανθρωπιά και καρδιά που χωρούσε όλο τον κόσμο. Ακριβώς, επειδή ήταν πλούσιος στην καρδιά, δεν υπολόγιζε καθόλου τον φθαρτό και ψεύτικο πλούτο. Ήταν πάμπτωχος υλικά και στο έπακρον αφιλάργυρος. Πολύ χαρακτηριστική είναι η περίπτωση με τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο, που αφήνει να ξεδιπλωθεί όλο το μεγαλείο της αγιασμένης ψυχής του και η παντελής περιφρόνησή του στα υλικά αγαθά. Όταν θεράπευσε τον παραπάνω αυτοκράτορα από ανίατη ασθένεια, αυτός θέλησε να τον τιμήσει και να του χαρίσει δώρα μεγάλης αξίας, αλλά ο Άγιος αρνήθηκε τα πάντα. Βέβαια μετά από μεγάλη επιμονή πήρε λίγα χρήματα για τους φτωχούς της Επαρχίας του καί, ταπεινός καθώς ήταν, έσπευσε να γυρίσει πίσω στο ποίμνιό του, αποφεύγοντας τις δόξες και τις τιμές προς το πρόσωπό του. Αυτό είναι το ήθος των Αγίων. Δεν θέλησε να εκμεταλλευτεί την γνωριμία του με τον αυτοκράτορα και την ευγνωμοσύνη που ένοιωθε ο ανώτατος άρχοντας γι’ αυτόν, προκειμένου να αποσπάσει χρήματα ή δόξα, πράγμα που συνηθίζεται και στις ημέρες μας. Δεν ήταν φιλάργυρος και φιλόδοξος, αλλά φιλόθεος και φιλάνθρωπος. Έκτιζε πύργους και παλάτια στις καρδιές των ανθρώπων και αποθήκευε χρήματα στην τράπεζα του ουρανού.

Στις 12 Δεκεμβρίου το 350 μ.Χ. απεβίωσε. Το λείψανό του πήγε στην Κωνσταντινούπολη και μετά στην Κέρκυρα όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα. Το λείψανό του για πολλά χρόνια βρισκόταν στην Κύπρο. Κατά τα μέσα του 7ου αι. μ.Χ., λόγω των βαρβαρικών επιδρομών, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Λίγο πριν από την άλωση της Πόλης από τους Τούρκους, ο ιερέας Γεώργιος Καλοχαιρέτης, βλέποντας τον κίνδυνο που διέτρεχε η πόλη, έλαβε από το ναό που υπηρετούσε τα λείψανα του αγίου Σπυρίδωνα και της αγίας Θεοδώρας της αυτοκράτειρας και, μέσω της Σερβίας, έφτασε στην Άρτα. Από εκεί κατέληξε στη Κέρκυρα κατά το έτος 1460 μ.Χ.

Αλλού αναφερθήκαμε στην αγία Αικατερίνη η οποία ήταν σοφή και κατά κόσμον, αφού είχε σπουδάσει όλες, σχεδόν, τις επιστήμες της εποχής της. Στο παρόν ασχοληθήκαμε με τον άγιο Σπυρίδωνα που ήταν ιδιώτης και αγράμματος, κατά την ανθρώπινη γνώση, όμως και οι δύο ανήκουν στην χωρία των Αγίων. Με την μυστηριακή ζωή και την άσκηση καθάρισαν το σκεύος τους και έφθασαν στην βίωση της αληθινής αγάπης. Η ανθρώπινη παιδεία είναι χρήσιμη κατά το μέτρο που βοηθά στην εύρεση της αλήθειας και της οδού που οδηγεί στην αιώνια σωτηρία. Ο μεγάλος Άγιος της Ρωμηοσύνης, ο Κοσμάς ο Αιτωλός, έκτιζε σχολεία για να μαθαίνουν, όπως έλεγε, οι άνθρωποι να διαβάζουν την Αγία Γραφή, όπως και τους βίους και τα συγγράμματα των Αγίων. Όμως πρέπει να λεχθή ότι τα βιβλία είναι απαραίτητα και χρήσιμα μέχρι να αποκτήσει κάποιος τον Θεό. Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος θα μας πει: “Θεόν κτήσαι και ου δεηθήση βιβλίου”. Απόκτησε τον Θεό και τότε δεν θα έχεις ανάγκη τα βιβλία. Άλλωστε τί να την κάνει κανείς την ανθρώπινη γνώση, όταν κατέχει “τον Θεόν των γνώσεων”!

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’ Τοῦ λίθου σφραγισθέντος

Tῆς Συνόδου τῆς πρώτης ἀνεδείχθης ὑπέρμαχος, καὶ θαυματουργὸς θεοφόρε Σπυρίδων Πατὴρ ἡμῶν· διὸ νεκρᾶ σὺ ἐν τάφῳ προσφωνεῖς, καὶ ὄφιν εἰς χρυσοῦν μετέβαλες· καὶ ἐν τῷ μέλπειν τὰς ἁγίας σου εὐχάς, Ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργοῦντάς σοι Ἱερώτατε. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι· δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.