Ανακομιδή ιερού λειψάνου αγίου Νικηφόρου

Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως

13η Μαρτίου

Ως καλός ποιμένας αγωνίστηκε για την ορθή πίστη και η θαρρετή απάντηση στον αυτοκράτορα: “Προτιμώ να πεθάνω στην εξορία παρά να αρνηθώ την πίστη μου”, έγινε πραγματικότητα. Την ανακομιδή του λειψάνου του πατέρα μας Νικηφόρου επιμελήθηκαν οι ευσεβείς αυτοκράτορες Θεοδώρα και Μιχαήλ και ο πανίερος Πατριάρχης Μεθόδιος. Συγκεκριμένα, οι δύο αυτοί αυτοκράτορες ανέλαβαν την εξουσία αμέσως μετά το χριστιανομάχο Θεόφιλο. Με θεία πρόνοια, απομάκρυναν τον Ιωάννη από τον πατριαρχικό θρόνο και στη θέση του διόρισαν τον Μεθόδιο. Από κοινού αποφάσισαν να αποκαταστήσουν την Ορθοδοξία και να αναστηλώσουν τις αγίες εικόνες. Στη συνέχεια, υποκινούμενοι από την πίστη τους συμφώνησαν να μεταφέρουν στην Κωνσταντινούπολη το ιερό λείψανο του Νικηφόρου, ο οποίος είχε απομακρυνθεί βίαια από τον πατριαρχικό θρόνο. Έτσι ο Μεθόδιος ακολουθούμενος από ιερείς και πολλούς πιστούς, μετέβη στη μονή του αγίου Θεοδώρου όπου βρισκόταν το άγιο λείψανο άφθαρτο μετά από 19 χρόνια και αφού το προσκύνησε, το τοποθέτησε σε λειψανοθήκη και το μετέφερε με το βασιλικό πλοίο στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, το ασπάστηκαν οι βασιλείς και η σύγκλητος και στη συνέχεια το απέθεσαν στη Μεγάλη Εκκλησία. Έπειτα από ολονύκτια αγρυπνία το μετέφεραν στο ναό των αγίων Αποστόλων, στις 13 Μαρτίου, την ίδια ημερομηνία που ο Άγιος είχε εξοριστεί. Ο Πατριάρχης Μεθόδιος έπεισε τον Μιχαήλ και τη Θεοδώρα να μεταφερθεί το λείψανο του εξόριστου στην Κωνσταντινούπολη. Η μνήμη του εορτάζεται στις 2 Ιουνίου. Η ανακομιδή των λειψάνων έγινε μετά την αναστήλωση των εικόνων.

Ἀπολυτίκιον

Νίκην ἤνεγκε τῇ Ἐκκλησίᾳ ἡ σὴ ἔνθεος ὁμολογία, ἱεράρχα Νικηφόρε θεόληπτε· τὴν γὰρ εἰκόνα τοῦ Λόγου σεβόμενος ὑπερωρίᾳ ἀδίκως ὡμίλησας. Πάτερ ὅσιε Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε δωρίσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἦχος δ’

Κανόνα πίστεως καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνη σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια, Διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια, Πάτερ Ἱεράρχα Νικηφόρε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἦχος γ’

Θήκη ἔνθεος, καὶ ζωῆς πλήρης ἀναδέδεικται, τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἠ σορὸς τῶν μυριπνόων λειψάνων σου· ἧς τῇ σεπτῇ κομιδῇ κομιζόμεθα, τὰς δωρεὰς Νικηφόρε τοῦ πνεύματος. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.