Ο όσιος Νικόδημος

ο Αγιορείτης

14η Ιουλίου

Ο άγιος Νικόδημος γεννήθηκε στη Νάξο το 1749 μ.Χ. και τελείωσε την ζωή του στο Άγιο Όρος το 1809 μ.Χ. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο νησί του, κοντά στον αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, τον αδελφό του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και κατόπιν, φοίτησε για πέντε χρόνια στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Μετά την αποφοίτησή του, επέστρεψε στη γενέτειρά του και για κάποιο χρονικό διάστημα διακόνησε τον μητροπολίτη ως γραμματέας του. Η περίοδος αυτή υπήρξε σταθμός στην ζωή του και καθοριστική για την μετέπειτα εξέλιξή του, γιατί γνώρισε τρεις σπουδαίους αγιορείτες μοναχούς, από εκείνους που ονόμαζαν «Κολλυβάδες». Αυτοί κατέφυγαν στη Νάξο διωγμένοι από το Άγιο Όρος, λόγω της εμμονής τους στην Ορθόδοξη Παράδοση. Δια μέσου των μοναχών αυτών, γνωρίστηκε με έναν Άγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τον επίσκοπο, πρώην Κορίνθου, Μακάριο Νοταρά. Η γνωριμία αυτή σηματοδότησε μια μακρόχρονη συνεργασία, που είχε αγαθά αποτελέσματα για την Εκκλησία. Το βιβλίο «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών», που αποτελεί ανθολογία πατερικών κειμένων, είναι έργο του πρώην Κορίνθου αγίου Μακαρίου, ο οποίος το παρέδωσε στον άγιο Νικόδημο, το 1777 μ.Χ., «προς πληρεστέραν επεξεργασίαν, συμπλήρωσιν και έκδοσιν», και εκδόθηκε το 1782 μ.Χ. στη Βενετία.

«Από τα μέσα του 18ου αι. μ.Χ. άρχισε μια διαμάχη από την τέλεση των Μνημοσύνων (Κολλύβων, εξ ού και Κολλυβάδες) την Κυριακήν και όχι το Σάββατον, όπως ορίζει η αρχαία τάξις της Εκκλησίας. Με αυτήν την ευκαιρίαν έκαναν την εμφάνισιν τους και άλλες στρεβλές αντιλήψεις, όπως η εναντίωσις στην συχνήν Θείαν Μετάληψιν, που ορίζει η εκκλησιαστική παράδοσις, και άλλα θέματα, ώστε στο τέλος το κίνημα των Κολλυβάδων, να γίνη ο σημαιοφόρος της Ορθοδόξου Ακριβείας και επιστροφής στους Αγίους Πατέρες. Οι μοντερνίζοντες, οι νεωτερίζοντες Μοναχοί, επηρεασμένοι από τα δυτικά πρότυπα, ήθελαν να τροποποιήσουν πολλά από τα πατροπαράδοτα και παραδεδομένα. Και η σύγκρουσις έλαβε μεγάλες διαστάσεις, ώστε να γίνουν παρεμβάσεις του Πατριαρχείου. Παρά ταύτα συνεχίστηκε η διαμάχη για πολλές δεκαετίες, με ευεργετικά ευτυχώς αποτελέσματα για την συνέχισιν της Αγίας Παραδόσεώς μας. Διότι ο Κολλυβαδισμός, που ανέδειξε μεγάλες μορφές και κείμενα σημαντικά, εστάθηκε ένα εξυγειαντικό κίνημα, που η επίδρασή του στο Γένος μας ακόμα συνεχίζεται» (Π. Μ. Σωτήρχου, Αυτός ο Μέγας, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, σελ. 62 – 63).

Το κίνημα των «Κολλυβάδων» ήταν μια υγιής αντίδραση ενάντια στις επιδράσεις της φραγκικής θεολογίας στον Ορθόδοξο τρόπο ζωής και ενάντια στην εκκοσμίκευση, η οποία και σήμερα απειλεί να αλλοιώσει το πνεύμα του Ορθοδόξου μοναχισμού και γενικότερα την Ορθόδοξη Παράδοση. Ο άγιος Νικόδημος υπήρξε πρωτοστάτης στον αγώνα αυτό στους δύσκολους εκείνους χρόνους. Στό Άγιο Όρος πήγε το 1775 μ.Χ. και εγκαταστάθηκε, κατ’ αρχάς, στην Ιερά Μονή Διονυσίου, όπου και εκάρη μοναχός. Στη συνέχεια, αφού περιόδευσε σε Μοναστήρια και Σκήτες, εγκαταστάθηκε στις Καρυές, όπου η ησυχία του τοπίου γινόταν συνεργός του στη συγγραφή και τη μελέτη. Με την ευλογία των γερόντων μελετούσε στις βιβλιοθήκες των Μονών ώρες ατελείωτες και αξιοποιώντας τη δυνατή μνήμη που του δόθηκε, καθώς και το συγγραφικό του χάρισμα, πρόσφερε γνήσια τροφή στο λαό του Θεού, που πεινά και διψά για την αλήθεια και την ανόθευτη πίστη.

Περισσότερα...

Ο πάμφωτος και διαχρονικός αυτός φωστήρας της Εκκλησίας μας, ο μέγιστος διδάσκαλος της Ορθοδοξίας και του Γένους μας, γεννήθηκε στη Χώρα της Νάξου το έτος 1749 μ.Χ. από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Αντώνιο και την Αναστασία Καλλιβρούτση. Κατά τη βάπτισή του έλαβε το όνομα Νικόλαος. Από νήπιο γαλουχήθηκε με τα ζωογόνα νάματα της ευσεβείας και της πίστης και ανατράφηκε “εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου”, όπως παραγγέλνει ο θείος Παύλος (Εφεσ. στ’ 4).

Την έμφυτη προς τα θεία κλήση του, αύξησε η χριστιανική αγάπη πού πήρε από το οικογενειακό του περιβάλλον και μάλιστα από την εκλεκτή του μητέρα, την ευφυΐα του καλλιέργησε και πολλαπλασίασε η μελέτη και η σπουδή. Προώδευε στην αρετή και στην γνώση κατά τρόπο θαυμαστό. Κατ’ αρχήν, φοίτησε στη γενέτειρά του και στην σχολή αγίου Γεωργίου περιοχής Γρόττας, Χώρας Νάξου, με διδάσκαλο τον αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, αυτάδελφο του αγίου Κοσμά του Αιτωλού.

Τις γνώσεις του συμπλήρωσε στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή τής Σμύρνης, όπου φοίτησε για πέντε χρόνια, με διδάσκαλο τον Ιερόθεο Βουλισμά, διευθυντή της σχολής αυτής. Τόσο διέπρεψε ο άγιος Νικόδημος στις σπουδές του, ώστε, ενώ σπούδαζε, δίδασκε τους συμμαθητές του. Και ο Ιερόθεος αργότερα τον παρακαλούσε να έρθει στην Σμύρνη για να τον διαδεχθεί στη διεύθυνση της σχολής αυτής.

Στην Σμύρνη έλαβε ο Νικόδημος πληθωρική μόρφωση, που εκτός από τη θεολογική επιστήμη περιελάμβανε ακόμα γνώσεις φιλοσοφικές, οικονομικές, ιατρικές, αστρονομικές και στρατιωτικές. Μελετούσε πολύ την Αγία Γραφή, τους Πατέρες, και όλους τους ποιητές. Ήταν άριστος χειριστής του λόγου, γνώριζε την Κλασσική Φιλολογία και την Ιαμβική γλώσσα. Μιλούσε άριστα την γαλλική, ιταλική και λατινική γλώσσα επίσης.

Είχε προικιστεί από τον Πανάγαθο με σπάνια χαρίσματα, όπως είναι η ισχυρότατη μνήμη, η οξύτατη νοημοσύνη, η αστραποβόλα αντίληψη κ.λπ. Ό,τι μελετούσε μια φορά μπορούσε να το θυμάται και να το απαγγέλει απ’ έξω σε όλη του την ζωή. Ολόκληρα κεφάλαια της Γραφής απήγγειλε από στήθους και θυμόταν όλους τους κώδικες των Βιβλιοθηκών των Μονών του Αγίου Όρους. Υπήρξε ένα πραγματικό φαινόμενο για την εποχή του και το κέντρο του θαυμασμού και τού παραδειγματισμού.

Το έτος 1770 μ.Χ., αφού αποφοίτησε από την σχολή, επέστρεψε στη Νάξο. Τότε, για μια πενταετία περίπου εργάστηκε ως γραμματέας της Μητροπόλεως Παροναξίας με την εποπτεία και την καθοδήγηση του Μητροπολίτου Παροναξίας Ανθίμου του Γ (1742-1779 μ.Χ.).

Η μητέρα του μόνασε στην Ιερά Μονή Χρυσοστόμου Νάξου, με το όνομα Αγάθη. Ο Νικόδημος ήταν λάτρης της μοναστικής πολιτείας. Αυτήν την έμφυτη επιθυμία του γιγάντωσε η γνωριμία του με σπουδαίους μοναχούς του Αγίου Όρους και με άλλες προσωπικότητες, όπως είναι ο άγιος Μακάριος Νοταράς επίσκοπος Κορίνθου κ.λπ.

Το έτος 1775 μ.Χ. ήρθε στη Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους. Εκεί εκάρη μοναχός με το όνομα Νικόδημος. Ως μοναχός διεκρίθη για την οσιότητα του βίου του, τους πνευματικούς του αγώνες και για την ασκητικότητά του. Πνευματοφόρος, Θεοχαρίτωτος και γνήσιος Πατέρας και ορθόδοξος θεολόγος διδάσκαλος, δυναμικά απέκρουσε τις αιρέσεις και τις κακοδοξίες των ημερών του. Είναι ο πρύτανης των “Κολυβάδων”, αυτών που ήθελαν δηλαδή τα Ιερά Μνημόσυνα των νεκρών να γίνονται Σάββατο και όχι Κυριακή. Ένεκα της εμμονής του στις παραδόσεις και στο Πνεύμα των Ιερών κανόνων της Εκκλησίας μας, υπέστη ταπεινώσεις και διωγμούς. Όμως, αυτά του χάρισαν και τον στέφανο του ομολογητή.

Ακτημοσύνη, παρθενία και υπακοή είναι τα μεγέθη τα οποία έφθασε και εβίωσε σε πληρότητα. Υπήρξε ένας αετός του Πνεύματος, πού πέταξε από το Νότιο στο Βόρειο Αιγαίο, από την αγιοτόκο Νάξο στον αγιοτρόφο Άθωνα. Εκτός όμως από τις μοναστικές αρετές υπηρέτησε και το έργο της διδαχής, συγγράφοντας.

Κατά διαστήματα έρχεται σε έρημες περιοχές για περισσότερη άσκηση. Έβλεπε νοερά, ζούσε καθημερινά την αιωνιότητα, αλλά συγχρόνως έβλεπε και τα συμβαίνοντα στον περίγυρο. Δεν έβλεπε μόνο τον ουρανό, αλλά και τη γη. Αισθάνεται τον πόνο των Ορθοδόξων που μέσα στο σκοτάδι της δουλείας αγωνίζονται. Και προς χάρη του κόσμου προσεύχεται. Κοπιάζει, αγρυπνεί, παρακαλεί, συγγράφει, μάχεται κατά των δαιμόνων. Δεν κινείται άγονα, μονόπλευρα και νοσηρά. Αντίθετα πονάει για τους αδελφούς του και τη σωτηρία τους. Και καρποί της αγάπης του για τον Θεό και τον άνθρωπο είναι οι πάνω από εκατό τόμοι των συγγραμμάτων του, τα κυριώτερα από τα οποία είναι: “Αόρατος Πόλεμος”, “Πνευματικά Γυμνάσματα”, “Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον”, “Κήπος Χαρίτων”‚ “Νέον Μαρτυρολόγιον”, “Εορτοδρόμιον”, “Συναξαριστής”, “Ερμηνεία των επιστολών του Παύλου”.

Λάτρης του Τυπικού και της Λατρείας της Εκκλησίας μας, λάτρης και μιμητής των αγίων, μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, αδιάκοπα επικοινωνούσε με τον Τριαδικό Θεό, τον Οποίο τόσο δυνατά αγάπησε και ευαρέστησε.

Είναι αυτός που πρώτος τονίζει την αξία και την σπυδαιότητα της συχνής μας συμμετοχής στο Ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Έγραψε μάλιστα και ειδικά βιβλία, με τον τίτλο “Περί συνεχούς Θείας Μεταλήψεως”.

Δέχθηκε το ταξίδι για τον ουρανό πανέτοιμος, με ήρεμη τη συνείδηση ότι άξια αγωνίσθηκε τον “καλόν αγώνα”. Με την καθημερινή του συμμετοχή στο σωστικό Δείπνο της ζωής, με την έντονη μυστηριακή του ζωή, που κορυφώθηκε τις τελευταίες μέρες λίγο πριν κλείσει τα μάτια του, με την αδιάλειπτη προσευχή, παρέδωσε την ψυχή του, την οσιακή, στον Κύριο, την Τετάρτη 14 Ιουλίου του έτους 1809 μ.Χ. τις πρώτες ορθρινές ώρες και σε ηλικία μόλις 60 ετών, στο κελλί των Σκουρταίων, στις Καρυές του Αγίου Όρους. Τα τελευταία του λόγια ήταν η απάντηση που έδωσε στους μαθητές του όταν τον ρώτησαν αν ησυχάζει: “Τον Χριστό έβαλα μέσα μου και πώς να μην ησυχάσω;”.

Την είδηση της κοιμήσεώς του με θλίψη έμαθε ο εκκλησιαστικός, θεολογικός, μοναστικός και όχι μόνο, κόσμος της εποχής του. Σημειώνει ο χρονογράφος σχετικά με την κοίμηση του αγίου Νικοδήμου: “Ανατέλλοντος του αισθητού ηλίου, εις την γην, εβασίλευσεν ο νοητός ήλιος της Εκκλησίας του Χριστού. Έλειψεν ο πύρινος στύλος, ο οδηγών τον νέον Ισραήλ εις ευσέβειαν. Εκρύβη η νεφέλη η δροσίζουσα τους τηκομένους τω καύσωνι των αμαρτιών”.

Είναι ακόμη χαρακτηριστική και η σκέψη την οποία εξέφρασε τότε ένας χριστιανός. “Πατέρες μου, καλύτερον ήτο να απέθνησκαν σήμερα χίλιοι χριστιανοί και όχι ο Νικόδημος”. Κατά καιρούς, πολλά εγκώμια γράφτηκαν για τον άγιο Νικόδημο, όπως: “Υπήρξε ο μέγιστος των μονασάντων από συστάσεως του Αγίου Όρους”. “Υπήρξε ο πάντοτε πενία τρυχόμενος και γιγαντωθείς προ της ασήμου ημών γενεάς”.

Κατά τον V. Grumel, “υπήρξε κανονολόγος, λειτουργιολόγος, αγιογράφος –δηλαδή ερμηνευτής των Γραφών, ασκητικός συγγραφεύς, εκδότης βιβλίων, εις των πλέον γονίμων συγγραφέων και αναμφιβόλως ο πλέον φιλόπονος Μοναχός, παρά του οποίου δοξάζεται η ελληνική Εκκλησία”. Κατά τον Θ. Σπεράντσο, ο άγιος Νικόδημος υπήρξε πρόδρομος της εθνικής παλιγγενεσίας. Ο Luis Petit γράφει πως ο Νικόδημος με τα βιβλία του αντικατέστησε το ζωντανό κήρυγμα του Κοσμά του Αιτωλού.

Ο ιερός Νικόδημος αναμφίβολα υπήρξε ο κορυφαίος εκφραστής του οσιακού βίου και η θύρα που οδηγεί στην ορθόδοξη πνευματικότητα. Είναι ο εξαίσιος θεολόγος και ο ασίγαστος διαχρονικός διδάσκαλος της Ορθοδοξίας και του Γένους. Αποτελεί σπανιότατο φαινόμενο συνδυασμού σπανίων θείων χαρισμάτων, αγιότητας βίου, ασκήσεως και συγγραφικής παραγωγής.

Ότι και όσα αν πούμε για τη μορφή αυτή δεν λέμε τίποτα, ούτε και μπορούμε να την κλείσουμε στις λίγες αυτές γραμμές. Ο ίδιος, εξυμνώντας τον ιερό Χρυσόστομο, έλεγε: “Αν μπορεί κανείς να συμπεριλάβει μέσα σε ένα κουτάλι τη θάλασσα, άλλο τόσο μπορεί και να εξυμνήσει τον ιερό Χρυσόστομο”. Και εμείς λοιπόν επαναλαμβάνουμε το λόγια αυτά του αγίου Νικοδήμου, και λέμε: “Αν μπορεί κανείς να συμπεριλάβει μέσα σ’ ένα κουτάλι τη θάλασσα, έτσι μπορεί ν’ αναφερθεί επαρκώς στον όσιο Νικόδημο”.

Η Εκκλησία μας επάξια από το έτος 1955 μ.Χ. τον κατέταξε στις δέλτους τού Αγιολογίου της. Ο άγιος Νικόδημος γιορτάζει κατά την καθιερωμένη πανήγυρη της 14ης Ιουλίου. Κατά τον ίδιο τρόπο, γιορτάζει την πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κατά την καθιερωθείσα προσφάτως Σύναξη των πέντε αγίων τής Παροναξίας, η οποία τελείται στο νεόδμητο Ι. Ναό των Ναξίων αγίων Νικοδήμου του Αγιορείτου και Νικολάου του Πλανά, στην πόλη της Νάξου. Ακόμη, την Τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου επίσης τελείται η Σύναξη των Αγίων.

Ἀπολυτίκιον

Σοφίας χάριτι, πάτερ κοσμούμενος, σάλπιγξ θεόφθογγος ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ ἀρετῶν ὑφηγητής, Νικόδημε θεηγόρε· πᾶσι γὰρ παρέθηκας, σωτηρίας διδάγματα, βίου καθαρότητος διεκφαίνων τὴν ἔλλαμψιν, τῷ πλούτῳ τῶν ἐνθέων σου λόγων, δι΄ὧν ὡς φῶς τῷ κόσμῳ ἔλαμψας.