Ο άγιος νεομάρτυς Ιωάννης

ο Ράπτης από τα Ιωάννινα

18η Απριλίου

Γεννήθηκε στο χωριό Τέροβο των Ιωαννίνων από ευσεβείς γονείς. Εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα και έκανε το επάγγελμα του ράπτη. Μετά το θάνατο των γονέων του πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Επειδή ήταν προικισμένος με σωματικές και ψυχικές αρετές, κίνησε το φθόνο μερικών Τούρκων που τον πίεζαν να γίνει μουσουλμάνος.

Ο Ιωάννης απέρριψε αμέσως τις δελεαστικές προτάσεις των Τούρκων και αποφάσισε να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Δύο φορές προσπάθησε να εκπληρώσει αυτή του την επιθυμία, αλλά τον απέτρεψε ο πνευματικός του. Την τρίτη φορά όμως, Μ. Παρασκευή, είπε πως είδε σε όραμα να χορεύει μέσα στις φλόγες και έτσι πέτυχε την ποθούμενη ευλογία του πνευματικού του. Όταν πήγε στο εργαστήριό του, είδε να έρχονται οι Τούρκοι που τον προέτρεπαν να γίνει μουσουλμάνος. Αυτή τη φορά όμως τον συκοφαντούσαν ότι δήθεν, όταν ήταν στα Τρίκαλα αρνήθηκε τον Χριστό. Ο Νεομάρτυρας τους απάντησε ότι αυτό δεν έγινε ποτέ και πως ούτε πρόκειται να γίνει στο μέλλον. Συγχρόνως, με τα λόγια του περιφρόνησε τη θρησκεία του Μωάμεθ.

Οι Τούρκοι θυμωμένοι όρμησαν, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον κριτή. Ομολόγησε και εκεί την πίστη του, βασανίστηκε και ρίχτηκε στη φυλακή. Επειδή όμως επέμενε στην ομολογία του, καταδικάστηκε να καεί ζωντανός. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατόρθωσε με πολλά χρήματα να αναβάλει για λίγο την εκτέλεσή του, αλλά όταν ο Ιωάννης ρωτήθηκε και πάλι αν αρνείται τον Χριστό, απάντησε με θάρρος ότι ποτέ δεν θα Τον αρνηθεί και έψαλε μπροστά στους Τούρκους το «Χριστός Ανέστη». Τελικά, οι Τούρκοι άναψαν φωτιά έξω από την πόλη μέσα στην οποία μόνος του αναπήδησε ο Ιωάννης ψάλλοντας. Ορισμένοι όμως χριστιανοί, για να απαλλάξουν το μάρτυρα από τους φρικτούς πόνους της φωτιάς, πλήρωσαν τους δήμιους και τον αποκεφάλισαν στις 18 Απριλίου 1526 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον

Γόνος κάλλιστος Ιωαννίνων, κλέος ένθεον της Εκκλησίας, ανεδείχθης Ιωάννη πανεύφημε. των γαρ Μαρτύρων ζηλώσας την άθλησιν, δια πυρός τον αγώνα ετέλεσας, Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.