Ο όσιος Φιλάρετος

ο Ελεήμων

1η Δεκεμβρίου

Καταγόταν από την Παφλαγονία της Μικράς Ασίας και έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ., στην εποχή του Κωνσταντίνου του Στ’ και της Ειρήνης. Οι γονείς του ονομάζονταν Γεώργιος και Άννα. Ο άγιος Φιλάρετος ήταν παντρεμένος με τη Θεοσεβώ και πατέρας τριών τέκνων: του Ιωάννη, της Υπατίας και της Ευανθίας. Ήταν αγρότης στο επάγγελμα, καλός οικογενειάρχης και άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τον Θεό και είχε πλούσια πνευματική ζωή. Υπήρξε πράγματι φίλος της αρετής, όπως δηλώνει και το όνομά του, πολύ ευσεβής και πλούσιος και από τα εισοδήματά του πλουσιοπάροχα μοίραζε ελεημοσύνη στους φτωχούς.

Επειδή ήταν φιλόθεος, γι’ αυτό ήταν και φιλάνθρωπος και πολύ ελεήμων. Είχε μεγάλη καρδιά, γεμάτη από αληθινή αγάπη και, όπως ο πατριάρχης Αβραάμ (με τον οποίο τον παρομοιάζουν οι βιογράφοι του), ήταν φιλόξενος και πάντα πρόθυμος στη διακονία τού “πλησίον”. Άλλωστε, δεν μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά, επειδή όποιος αγαπά πολύ τον Χριστό δεν μπορεί παρά να αγαπά αληθινά και τους αδελφούς του “τοὺς ἐλαχίστους”. Ακόμα και εκείνη την περίοδο της ζωής του που από κάποιες συγκυρίες πτώχευσε και “τα έφερνε δύσκολα”, ακόμη και τότε έδειξε θαυμαστή καρτερία όπως ο Ιώβ και συνέχισε να αγαθοεργεί μέχρι υπερβολής. Και ο Θεός, που είδε την ακαταγώνιστη πίστη του, οικονόμησε με την πρόνοιά Του ώστε ο Κωνσταντίνος, ο γιος της βασίλισσας Ειρήνης, να πάρει για γυναίκα του την εγγονή του Αγίου, Μαρία, τον δε Φιλάρετο να τιμήσει με το αξίωμα του Υπάτου (υπουργού θα λέγαμε σήμερα).

Αλλά και τότε που απέκτησε πλούτο και δόξα, εξακολουθούσε να είναι καλόκαρδος, απλός και προσιτός. Τον πλούτο του τον διαμοίραζε ακόμα πιο άφθονα στους φτωχούς. Όταν πλησίασε η ώρα της εξόδου του από το μάταιο αυτό κόσμο, – αναφέρει ο Συναξαριστής ότι – κατάλαβε το τέλος του. Τότε κάλεσε τους συγγενείς, τα παιδιά και τα εγγόνια του και τους έδωσε τις τελευταίες συμβουλές και νουθεσίες: “Παιδιά μου, μην ξεχνάτε ποτέ τη φιλοξενία, μην επιθυμείτε τα ξένα πράγματα, μη λείπετε ποτέ από τις ακολουθίες και λειτουργίες της Εκκλησίας και γενικά, όπως έζησα εγώ, έτσι να ζείτε και εσείς”. Και αφού τα είπε αυτά, ξεψύχησε με τη φράση “γενηθήτω τὸ θέλημά Σου”.

Ἀπολυτίκιον

Θείας πίστεως περιουσίᾳ, διεσκόρπισας τοῖς δεομένοις, τὸν προσιόντα σοι πλοῦτον, Φιλάρετε· καὶ εὐσπλαγχνίᾳ κοσμήσας τὸν βίον σου, τὸν χορηγὸν τοῦ ἐλέους ἐδόξασας· ὃν ἱκέτευε δοθῆναι τοῖς εὐφημοῦσι σε ῥανίδα οἰκτιρμῶν καὶ θεῖον ἔλεος.