Ο άγιος ιερομάρτυς Ιγνάτιος

ο Θεοφόρος

20η Δεκεμβρίου

Έζησε στα χρόνια των Αποστόλων και υπήρξε μαζί με τον άγιο Πολύκαρπο μαθητής του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Ο χρόνος γέννησης και η εθνικότητα του Αγίου είναι ασαφή. Διετέλεσε επίσκοπος Αντιοχείας (αφού απεβίωσε ο Εύοδος) επί σαράντα χρόνια και χειροτονήθηκε από τους ίδιους τους Αποστόλους, των οποίων υπήρξε διάδοχος στο αποστολικό έργο. Από τη θέση αυτ,ή ποίμανε θεοφιλώς τους χριστιανούς, που του εμπιστεύτηκε ο Θεός. Μαρτύρησε στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού στις αρχές του 2ου μ.Χ. αι. Όταν ο Τραϊανός, κατά την εκστρατεία του εναντίον των Πάρθων, πέρασε από την Αντιόχεια, ο Ιγνάτιος δε δίστασε να παρουιαστεί σε αυτόν και να ομολογήσει την πίστη του. Ο αυτοκράτορας τότε κυριεύτηκε από ισχυρό μένος και διέταξε το βασανισμό του Αγίου. Αρχικά, υπέμεινε πολλά βασανιστήρια κατά τη διάβαση του Τραϊανού από την Αντιόχεια και τελικά οδηγήθηκε με φρουρά στη Ρώμη, όπου ρίχτηκε στο αμφιθέατρο και κατασπαράχτηκε από τα λιοντάρια. Όταν ο Ιγνάτιος οδηγήθηκε στη Ρώμη και πληροφορήθηκε ότι κάποιοι χριστιανοί κατέβαλαν προσπάθειες για να ελευθερωθεί, συνέγραψε επιστολή, με την οποία τους εξηγεί ότι ήταν τιμή γι’ αυτόν να θυσιαστεί για τον Κύριο και δεν ήθελε να αποφύγει έναν ένδοξο θάνατο, που θα τον οδηγήσει κοντά στον Θεό. «Καλόν μοι αποθανείν διά Ιησούν Χριστόν. Εκείνον ζητώ τον υπέρ εμού αποθανόντα…». Ενώ στα συγκεντρωθέντα πλήθη που έσπευσαν να δουν το μαρτύριό του έλεγε μεταξύ άλλων: «Τον αληθινό θεό διψώ και επιποθώ να απολαύσω. Διότι σίτος ειμί του Θεού και δι’ οδόντων θηρίων αλήθομαι (=αλέθομαι), ίνα καθαρός άρτος ευρεθώ». Όσα από τα οστά του απέμειναν περισυλλέχτηκαν από τους πιστούς και μετεκομίστηκαν στην Αντιόχεια και αργότερα στη Ρώμη. Με το όνομα του Ιγνατίου σώθηκαν αρκετές επιστολές μεγάλης σπουδαιότητας. Στην ιερή Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, στην αίθουσα της τράπεζας, υπάρχει εντυπωσιακή τοιχογραφία, στην οποία απεικονίζεται η τελική φάση του μαρτυρίου του Ιγνατίου. Τα θηρία τον κατασπάραξαν την 20ή Δεκεμβρίου του έτους 107 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον

Θείῳ ἔρωτι ἐπτερωμένος, τοῦ σὲ ψεύσαντος χερσὶν ἀχράντοις Θεοφόρος ἀνεδείχθης, Ἰγνάτιε· καὶ ἐν τῇ Δύσει τελέσας τὸν δρόμον σου, πρὸς τὴν ἀνέσπερον λῆξιν ἐσκήνωσας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.