Οι όσιοι Θαλάσσιος και Λιμναίος

22α Φεβρουαρίου

Ο όσιος Θαλάσσιος είχε ως ασκητήριο και ορμητήριο για τους πνευματικούς του αγώνες κάποια θέση σε ένα μικρό βουνό ενός χωριού της Κύπρου. Εκεί προσευχόταν, μελετούσε και καλλιεργούσε ένα μικρό μέρος γης, το οποίο η επιμέλειά του κατέστησε μικρό εύφορο αγρό. Πολλές φορές κατέβαινε στα κοντινά χωριά διδάσκοντας, παρηγορώντας, συμβουλεύοντας και στηρίζοντας στην πίστη.

Ο Λιμναίος, νεότερος από τον Θαλάσσιο, τον πλησίασε έχοντας ελκυστεί από τη φήμη του και έλαβε από τον καλό αυτό διδάσκαλο το υπόδειγμα της γνήσιας και αληθινής μοναχικής ζωής. Αργότερα, μετά το θάνατο του Θαλασσίου, μετέβη προς τον όσιο Μάρωνα, όπου συμπλήρωσε τον πνευματικό οπλισμό του.

Η μεγαλύτερη δόξα του Λιμναίου είναι η εργασία που κατέβαλε για τους τυφλούς. Αντικαθιστώντας αυτός με την αγάπη του την πολιτεία, έχτισε κοντά στο κελλί του άλλα κελλιά, τα οποία ανέδειξε άσυλα για τους τυφλούς. Και δεν τους έδινε μόνο την κατοικία, αλλά τους χορηγούσε και τροφή, συνάζοντας γι’ αυτούς ελέη από τους ευσεβείς χριστιανούς.

Φρόντιζε ακόμα και για τις ψυχές τους διδάσκοντάς τους συχνά.
–Τι σημαίνει, έλεγε, να φροντίζουμε μόνο για τα σώματα των δυστυχισμένων; Περιορίζοντας ως εδώ τη φιλανθρωπία, συμπεριφερόμαστε όπως ακριβώς και στα ζώα. Το σπουδαίο είναι να συμπληρώσουμε το καλό φροντίζοντας και για το φωτισμό του πνεύματος.

Και οι προστατευόμενοί του τυφλοί ήταν ευτυχείς, διότι η ψυχή τους ελάμβανε το φως το αληθινό και έβλεπε τα πνευματικά αγαθά, τα οποία τόσοι, με υγιή τα μάτια του σώματός τους, έχουν το μέγα δυστύχημα να μη βλέπουν. Ο όσιος Λιμναίος πέθανε θρηνούμενος από πολύ κόσμο. Αλλά το συγκινητικότερο μέρος της κηδείας του ήταν η θλίψη και το κλάμα των τυφλών παιδιών του, τα οποία αποτέλεσαν τη μεγάλη μέριμνα και στοργή της ζωής του.

Ἀπολυτίκιον

Ὡς ῥόδα νοητὰ, καὶ χαρίτων ταμεῖα, ἐφάνησαν ἐκ γῆς, τὰ σεπτά ὑμῶν σκήνη, πανένδοξοι μάρτυρες, Ἐκκλησίας ἑδραίωμα, διαπνέοντα, τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν, καὶ παρέχοντα, ὀσμὴν ζωῆς τοῖς ἐκ πόθου, ὑμᾶς μακαρίζουσι.