Η Υπαπαντή του Κυρίου

2α Φεβρουαρίου

Το γεγονός αυτό εξιστορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς στο Β’ κεφάλαιο και στους στίχους 22-35. Συνέβη 40 μέρες μετά τη γέννηση του Ιησού. Σύμφωνα με τον Μωσαϊκό Νόμο, αν το πρώτο παιδί μιας γυναίκας είναι αγόρι, τότε πρέπει να αφιερώνεται στον Θεό. Εκτελώντας τον Νόμο η Παρθένος Μαρία, αφού συμπλήρωσε τον χρόνο καθαρισμού από τον τοκετό, πήρε το θείο Βρέφος και πήγε στον Ναό της Ιερουσαλήμ μαζί με τον ευσεβή Ιωσήφ, για να εκτελεστεί η τυπική αφιέρωση του βρέφους στον Θεό, κατά το «πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Θεῷ κληθήσεται» και για να προσφέρουν θυσία, που αποτελούνταν από ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια.

Το γεγονός αυτό αποτελεί άλλη μια απόδειξη ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν ήρθε να καταργήσει τον Μωσαϊκό Νόμο, όπως ισχυρίζονταν οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς, αλλά να τον συμπληρώσει και να τον τελειοποιήσει.

Κατά τη μετάβαση αυτή δέχτηκε τον Ιησού στην αγκαλιά του ο υπερήλικος Συμεών. Το Άγιο Πνεύμα είχε αποκαλύψει στον δίκαιο αυτόν άνθρωπο ότι ο Κύριος δε θα τον έπαιρνε κοντά του, προτού αξιωθεί να δει τον Σωτήρα του κόσμου. Όταν ο Συμεών πήρε στην αγκαλιά του τον Ιησού, δόξασε τον Θεό και είπε ότι μπορούσε, πλέον, να πεθάνει, αφού ο Θεός τήρησε την υπόσχεσή Του και αξίωσε τον ευσεβή ιερέα να γνωρίσει τον Θεάνθρωπο. Αφού ευλόγησε τους ευσεβείς γονείς, ο Συμεών προειδοποίησε τη Μαρία ότι ο πόνος για το Παιδί της θα ήταν μεγάλος.

Κατά τους βυζαντινούς χρόνους τελούνταν η ολονυκτία της Υπαπαντής στον ναό των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία παρευρίσκονταν και οι βασιλείς.

Ἀπολυτίκιον

Χαῖρε, κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σύ, Πρεσβῦτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις, τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, χαριζόμενον ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.