Ο όσιος Μαρκιανός

ο εν τη Κύρω

2α Νοεμβρίου

Προερχόμενος από πλούσια και επιφανή οικογένεια υπήρξε όχι μόνο ενάρετος, αλλά και λόγιος, γνώστης των θεολογικών πραγμάτων και της σοφίας των αρχαίων προγόνων μας. Αφού υπηρέτησε για πολύ στο θείο κήρυγμα, μοίρασε στους φτωχούς τα υπάρχοντά του κι έπειτα έστησε τη σκηνή του σε ερημικό τόπο. Εκεί ήρθαν, γνωρίζοντας τη μεγάλη φήμη του, δυο άλλοι στρατιώτες του Χριστού, ο Ευσέβιος και ο Αγαπητός, παρακαλώντας τον να τους δεχτεί σαν μαθητές. Ο Μαρκιανός, αφού διέγνωσε το ζήλο τους και βεβαιώθηκε ότι μπορούσαν να υπηρετήσουν με πολλή ειλικρίνεια και θερμότητα στο θείο θέλημα, συναίνεσε και τους επέτρεψε να στήσουν κι αυτοί δυο καλύβες δίπλα στη δική του.

Η ερημική εκείνη διαμονή δε στάθηκε ανωφελής για το κοινωνικό σύνολο. Και οι τρεις πολλές φορές μαζί, και κάποτε ο ένας μετά τον άλλο, πήγαιναν σε πόλεις και αφοσιώνονταν στη διακονία του θείου λόγου, προς ενίσχυση της πίστης και προαγωγή των καλών και ευσεβών έργων. Αλλά και τις καλύβες τους επισκέπτονταν συχνά λαϊκοί και κληρικοί, ενίοτε και επίσκοποι και λόγιοι, θέλοντας να καρπωθούν πνευματικά ωφελήματα. Ανάμεσά τους και ο επίσκοπος Αντιοχείας Φλαβιανός, που τόσο υμνήθηκε από τον άγιο Χρυσόστομο, αλλά και άλλοι επίσκοποι οι οποίοι τον παρακαλούσαν να τους πει κάποιον ωφέλιμο λόγο. Ο Όσιος στέναξε και είπε, κατά το Θεοδώρητο:

-Ο Θεός των όλων, μιλά κάθε μέρα με την κτίση του και διαλέγεται με τις θείες γραφές και συμβουλεύει τα δέοντα και υποδεικνύει τα συμφέροντα και προβάλει τις απειλές του και προτρέπει με τις υποσχέσεις του. Κι όμως, εμείς δεν προσέχουμε να καρπωθούμε την απαιτούμενη ωφέλεια. Πως λοιπόν θα μπορούσε να ωφελήσει ο ταλαίπωρος Μαρκιανός με το λόγο του, ο οποίος, μαζί με τους άλλους, δεν καρπώνεται την τόση ωφέλεια;

Άλλοτε πάλι τον επισκέφτηκε περιβόητος μοναχός, ονομαζόμενος Άβιτος. Ο Μαρκιανός με τους μαθητές του τηρούσε με κάθε ακρίβεια όλο το τυπικό της ασκητικής διατροφής. Επειδή όμως φιλοξενούσαν τον Άβιτο παρέθεσαν τράπεζα οσπρίων και λαχάνων μετά την ανάγνωση της 9ης ώρας. Ο Άβιτος τους είπε ότι δε συνήθιζε να τρώει πριν τον Εσπερινό και ότι συχνά έμενε χωρίς τροφή επί τρεις μέρες. Η δήλωση αυτή προερχόταν βέβαια από αδελφική απλότητα, ήταν πάντως προτιμότερο να μη γίνει. Καλοί χριστιανοί και μάλιστα ασκητές, δεν εξαγγέλουν με τόση ευχέρεια την αυστηρή εγκράτειά τους.

Ο Άβιτος πικράθηκε και μεταμελήθηκε για το λόγο του. Τότε ο Μαρκιανός του είπε:

-Και εμείς αδελφέ!

Θαυμάσια λόγια που μαρτυρούν πόσο ο Μαρκιανός γνώριζε να συνδυάζει τον ασκητισμό με την πνευματική ελευθερία, χωρίς να δεσμεύεται από τις τυπικές συνθήκες, αλλά παραμερίζοντάς τες, όταν έπρεπε, χάριν των ανωτέρων και θείων ενταλμάτων της αγάπης και της φιλαδελφίας. Ο Μαρκιανός εργάστηκε με πολύ ζήλο και κατά των διαφόρων αιρέσεων. Πολλούς άρπαξε από το ολέθριο δίχτυ τους και άλλους πρόλαβε ώστε να μην πέσουν καθόλου σ’ αυτό. Πέθανε πρεσβύτης μέσα στην αγαπημένη καλύβα του. Το άκουσμα της είδησης αυτής προκάλεσε κοσμοσυρροή στην κηδεία.