Ο άγιος Αλέξανδρος

Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (4ος αι. μ.Χ.)

30ή Αυγούστου

Ονομαστός για την αρετή του. Ήταν, όπως λέγουν, «αποστολικοίς χαρίσμασι λαμπρυνόμενος». Ως πρεσβύτερος, ακόμη, διακρινόταν για τη μεγάλη του ευσέβεια και την αγαθότητά του. Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, που συγκροτήθηκε το έτος 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας, ο Αλέξανδρος, που ήταν ονομαστός για την αρετή του, αντικατέστησε τον γέροντα και ασθενή τότε πατριάρχη Μητροφάνη. Κατά τη διάρκεια της Συνόδου ο πρωτοπρεσβύτερος Αλέξανδρος αγωνίστηκε με ιερό πάθος για την ορθόδοξη πίστη ελέγχοντας την αίρεση του Αρείου. Και όταν στη Σύνοδο αυτή καταδικάστηκε ο Άρειος, ο Αλέξανδρος, αν και γέροντας 70 χρονών, δέχθηκε να περιοδεύσει στην Θράκη, στη Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα για να διδάξει και να γνωστοποιήσει τα ορθά δόγματα των αποφάσεων της Συνόδου της Νικαίας. Αλλά ενώ βρισκόταν στην περιοδεία αυτή, ο πατριάρχης Μητροφάνης απεβίωσε. Όρισε όμως, διάδοχό του τον Αλέξανδρο, διότι παρά το γήρας του είχε τα κατάλληλα εφόδια για τη διαποίμανση της αρχιεπισκοπής της πρωτεύουσας.

Πράγματι, ως Πατριάρχης, ο Αλέξανδρος ανταποκρίθηκε σωστά στις δύσκολες περιστάσεις των καιρών. Ποίμανε επί 23 χρόνια θεαρέστως την Εκκλησία του Χριστού. Διακρίθηκε για την ευσέβεια, αρετή και αγαθότητά του. Αναφέρεται ότι στα χρόνια της βασιλείας του Κωνσταντίου, διαδόχου του Μεγ. Κωνσταντίνου, ο Άγιος πιέστηκε από τον αρειανίζοντα Κωνστάντιο να δεχτεί τον Άρειο στην Εκκλησία και να επικοινωνήσει μαζί του. Επειδή όμως, ο Αλέξανδρος αρνήθηκε να συλλειτουργήσει, ο Άρειος θέλησε με τη βία και την ανοχή της βασιλικής εξουσίας να εισέλθει στην Εκκλησία. Ο Αλέξανδρος, λυπημένος, προσευχήθηκε στον Θεό και ζήτησε τη βοήθειά Του. Η δέηση του Ιεράρχη εισακούσθηκε. Πράγματι, ο Άρειος πέθανε ξαφνικά καθώς πήγαινε για τη Λειτουργία. Το σώμα του Αρείου βρέθηκε σχισμένο και σκωληκόβρωτο! Ο άγιος Αλέξανδρος απεβίωσε ειρηνικά το 340 μ.Χ..

Ἀπολυτίκιον Αλεξάνδρου Ιωάννου και Παύλου Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως

Μύσται οὐράνιοι ἀποδεικνύμενοι θεῖοι ἐκφάντορες, τῷ κόσμῳ ὤφθητε τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ποιμάναντες θεαρέστως, ἱερὲ Ἀλέξανδρε, τῆς Τριάδος ὁ πρόμαχος, Ἰωάννη ἔνδοξε, τῆς χάριτος ὁ τρόφιμος καὶ Παῦλε, ἱερέων ἀκρότης· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.