H οσία Ματρώνα

9η Νοεμβρίου

Έζησε τον 5ο αιώνα μ..Χ. και καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας. Ανατράφηκε από ευσεβείς γονείς, ήταν υπόδειγμα σεμνότητας και από την παιδική της ηλικία είχε μεγάλη κλίση στα έργα του ελέους και της φιλανθρωπίας. Οι γονείς της, αρκετά πλούσιοι, την πάντρεψαν με ένα από τα πιο ξεχωριστά μέλη της κοινωνίας τους, τόσο ως προς την κοινωνική του θέση όσο και ως προς τα πλούτη. Ο Δομετιανός, έτσι ονομαζόταν, ήταν κι αυτός ευσεβής ψυχή, και ζήτησε τη Ματρώνη όχι για ν’ αυξήσει την περιουσία του αλλά διότι αναγνώριζε την ευγένεια της ανατροφής της και πίστευε ότι στο πρόσωπό της θα έβρισκε τον πλέον αφοσιωμένο σύντροφο του βίου του και ψυχή που θα γνώριζε να είναι ένα με τη δική του.

Η ζωή του νέου ζευγαριού κυλούσε γεμάτη ειρήνη και στοργή. Η μεταξύ τους αρμονία δεν ήταν μία κατά συνθήκη αρμονία, αλλά πήγαζε εκ του ότι οι καρδιές τους είχαν τους ίδιους παλμούς και υπηρετούσαν τα ίδια ιδεώδη. Η Ματρώνα αναγνώριζε ότι όφειλε να υπακούει με αγάπη. Ο Δομετιανός πάλι ήξερε ότι όφειλε να τιμά και να φροντίζει τη γυναίκα του, όπως τη δική του σάρκα και περισσότερο ακόμα απ’ αυτή, όπως και ο Χριστός, που δεν αγάπησε απλά την Εκκλησία, αλλά έδωσε και τον εαυτό του θυσία για τη δόξα της. Και η μεταξύ τους αγάπη δεν απορρόφησε το παν. Οι καρδιές τους έπασχαν μ’ αυτούς που δοκιμάζονταν από βιοτικές ανάγκες κι όπου μπορούσαν, έριχναν το δίχτυ της σωτηρίας, προσφέροντας το κατά δύναμιν.

Όμορφος καρπός της ιερής τους ένωσης υπήρξε κόρη, που την ονόμασαν Θεοδότη. Ο ερχομός του ωραίου και αγαπητού εκείνου πλάσματος έσφιξε και καθαγίασε περισσότερο το δεσμό των γονιών του. Ευγνωμονώντας τον Θεό, ο οποίος τους αξίωσε να δεχτούν τέτοιο δώρο, αντί να κλείσουν τις καρδιές τους στον υπόλοιπο κόσμο, της άνοιξαν πιο πολύ. Από τότε λοιπόν, φρόντιζαν συστηματικότερα για την προστασία ορφανών παιδιών και αύξησαν τα χρήματα που δαπανούσαν προς ανακούφιση των φτωχών.

Μετά από κάποια χρόνια, ο Δομετιανός και η Ματρώνα συμφώνησαν να επισκεφτούν την Κωνσταντινούπολη. Φτάνοντας στην πρωτεύουσα, δε θορυβήθηκαν από τη μεγαλοπρέπειά της και δεν επιδόθηκαν σε διασκεδάσεις, οι οποίες τόσο πολύ ελκύουν τους επαρχιώτες όταν πηγαίνουν σε μεγαλουπόλεις. Επισκέφτηκαν τους ονομαστούς ναούς της Κωνσταντινούπολης, μπήκαν στα φιλανθρωπικά της ιδρύματα, γνώρισαν τους πιο θερμούς και ονομαστούς εργάτες της εκεί θρησκευτικής και φιλανθρωπικής ζωής και δεν παρέλειψαν να δαπανήσουν άφθονα χρήματα, μέσω πλουσίων δωρεών, προς τα υπέρ των φτωχών και ασθενών ιδρύματα.

Στην Κωνσταντινούπολη η Ματρώνα γνώρισε μία ευσεβέστατη γυναίκα που ονομαζόταν Σωζάννα. Έχοντάς την ως βοηθό στην παιδαγωγία της Θεοδότης, την είχε και δεξί της χέρι στις διάφορες αγαθοεργίες που εξακολουθούσε να κάνει. Μαζί αναζητούσαν φτωχές γυναίκες, απροστάτευτα ορφανά και εγκαταλελειμμένα παιδιά. Δεν έδιναν μόνο, αλλά και δίδασκαν και προσπαθούσαν να ενισχύσουν την πίστη, να θερμάνουν την ελπίδα, και να γλυκάνουν τις θλιμμένες ψυχές βοηθώντας τες να γνωρίσουν την ειρήνη του Χριστού.

Αργότερα, η Ματρώνα επισκέφτηκε την Ιερουσαλήμ, και το όρος Σινά, για να επιστρέψει πάλι στην Κωνσταντινούπολη που υπήρχαν οι θησαυροί των φτωχών και των λοιπών προστατευόμενών της. Και όταν ο Θεός θέλησε, και έφυγε από τον κόσμο αυτόν ο σύζυγός της, η Ματρώνα αποκατέστησε την κόρη της και αφοσιώθηκε με ακόμα μεγαλύτερη θέρμη στα έργα της ευσέβειας και της αγάπης προς τον πλησίον.

Έγινε μοναχή και κατέστησε τη μονή της άσυλο για γυναίκες και κοπέλες που είχαν ναυαγήσει στο κοσμικό πέλαγος, και ποθούσαν ένα γαλήνιο λιμάνι ικανό να τις ασφαλίσει από τις περαιτέρω τρικυμίες της ζωής. Για όλες αυτές η Ματρώνα υπήρξε η περισσότερο φιλόστοργη αδελφή και μάνα. Είχε τη λεπτότητα να εκφράζει και την ευγνωμοσύνη της προς αυτές γιατί της έδιναν την ευκαιρία να ασκεί τη χριστιανική αγάπη, ώστε να μπορέσει έτσι να μην αποκλειστεί από το έλεος του Θεού. Έζησε πολλά χρόνια. Απεβίωσε κοντά στα εκατό της χρόνια, χωρίς όμως να γεράσει και να καμφθεί στο ελάχιστο η ευσεβής ακμή και φιλάδελφος ροπή της.