Άλλα μηνύματα

Στον τελευταίο κατασκόνιστο δρόμο οι δύο αδελφοί χώρισαν. Ο Φούμου είχε φτάσει κιόλας στην καλύβα του. Ο Καπίνγκα είχε λίγο δρόμο ακόμη.

Χωρίς να το καταλάβει, το καινούργιο εόρτιο απολυτίκιο, που άρχισε να τους μαθαίνει σήμερα με τόση υπομονή ο δάσκαλός τους, ανέβηκε στα χείλη του.

Από την ημέρα που τον δέχτηκαν και αυτόν στην χορωδία του Αγίου Ανδρέα, πόσα άλλαξαν μέσα του; Πόσο πιο ενωμένος νοιώθει με όλο το πυκνό ακροατήριο που τους παρακολουθεί με ευλάβεια στη Θεία Λειτουργία, μ’ όλο τον αγγελικό κόσμο, που, όπως λέει ο Χερουβικός Ύμνος, είναι μαζί τους.

Πόσο πιο προσεκτικός έγινε στα λόγια του, στην συμπεριφορά του στο σχολείο, στην γειτονιά, στο σπίτι.

Όμως, κάποια δυνατή φωνή, του έκοψε τον ύμνο. Δεν χρειάστηκε να δει το τσούρμο, τα παιδιά που κάθονταν έξω από την καλύβα του Μπόλε, του συμμαθητή του. Δεν χρειάστηκε να τον δει όρθιο να διηγείται, με την γνωστή σε όλους άνεση, την ιστορία του, και τα μαύρα ματάκια να τον παρακολουθούν και να ρουφούν τα λόγια του, ή τα αδύνατα κατάμαυρα χεράκια, να μπαίνουν μπροστά στο στόμα να πνίξουν κάποιο γέλιο από κάτι αστείο που τους έλεγε το μεγάλο παιδί. 

Αυτή η σκηνή δεν είναι άγνωστη στον Καπίνγκα, το χριστιανόπουλο της Κανάγκα. Όλες τις φεγγαρόλουστες νύχτες, μα και τις σκοτεινές, με την φωτιά μπροστά αναμμένη, για να κάνει πιο μυστηριώδη την ατμόσφαιρα, πότε ο γέρο-παππούς, πότε ο πατέρας, πότε κάποιος άλλος, πιο ικανός ακόμη παραμυθάς, άρχιζε τις ατέλειωτες ιστορίες της χώρας του, που μιλούσαν για σκληρούς σεφ-αρχηγούς φυλών, για εκδικήσεις, για μαχαιρώματα, για κακά πνεύματα. Ιστορίες που έκαναν την καρδιά των παιδιών να σφίγγεται από φόβο. Να βλέπουν όνειρα τρομερά τις ολοσκότεινες νύκτες, πεσμένα κατάχαμα στην μικρή καλύβα τους.

Άλλοτε ήταν πιο όμορφες και απαλές οι ιστορίες τους. Μιλούσαν για ζώα που είχαν λαλιά, για δένδρα που κουβέντιαζαν μεταξύ τους, για ζαρκάδια που έκαναν αγώνες με την λεοπάρδαλη, για μεγάλα και μικρά ζώα του αφρικανικού δάσους.

Τις δίδασκαν όλες αυτές τις ιστορίες οι μεγάλοι στους μικρούς, γιατί μέσα στις μεγάλες φάρες, που τις αποτελούσαν πολλές μαζί οικογένειες, έπρεπε να αναδειχθούν καινούργιοι παραμυθάδες, που θα συνέχιζαν την παράδοση.

Ο Μπόλε, ο συμμαθητής του και γειτονόπουλο, που πήγαιναν στο ίδιο ορθόδοξο σχολείο που ίδρυσε ο λευκός ιεραπόστολος, έδειχνε πως θα γίνει ένας τέτοιος μεγάλος παραμυθάς. Δεν έχανε καμιά ευκαιρία, αλήθεια.

Στα διαλείμματα θα μάζευε γύρω του συμμαθητές του και θα άρχιζε. Καθώς ήταν ψηλός και κινούσε τα μεγάλα του χέρια με τέχνη, τους καθήλωνε όλους.

Στην αλλαγή της ώρας ή στην απουσία κάποιου καθηγητή, όρθιος πάλι ο Μπόλε, με την απαίτηση των μαθητών, που τέντωναν τα αυτιά να ακούσουν, για τον φτωχό ψαρά και το ποταμίσιο πουλί, για το πονηρό φίδι, για κάτι γνωστό ή άγνωστο.

Όμως, μέρες τώρα, την σκέψη του Καπίνγκα την βασανίζει μία φράση που άκουσε στο σχολείο.

– Την ιστορία του λαού σου κανένας δεν θα την ξεχάσει, όμως ο χριστιανός θα σταματήσει να μιλάει στα παιδιά του για πράγματα που ανάβουν τα μίση ανάμεσα στις φυλές, για εκδικήσεις, για μαγείες. Το βιβλίο του Θεού έχει τόσες όμορφες διδακτικές αλήθειες, που σώζουν, που βοηθούν να γίνουμε καλύτεροι. Τέτοιες ιστορίες να λέμε στα μικρά παιδιά, να γαληνεύουν οι καρδιές τους, που σκίζονται, όταν ακούν για μαχαιρώματα, για στοιχειά του δάσους που συναντούνε οι γονείς τους, για ζώα μαγικά που κάνουν κακό.

Μιλάει για την αγάπη του Θεού το βιβλίο Του. Για την δύναμη του Χριστού να μαλακώνει τις καρδιές. Για την χάρη του Αγίου Πνεύματος να απομακρύνει τα κακά πνεύματα. Για μάγους και δαίμονες που έχασαν την δύναμή τους μπρος στο Φως του Χριστού.

Μιλάει η ιστορία της χριστιανικής εκκλησίας για αποστόλους φλογερούς, σαν τον Άγιο Ανδρέα και τον Άγιο Μάρκο τον Ευαγγελιστή.

Άστραψαν τα μάτια του Καπίνγκα. Θυμήθηκε μια άλλη φράση στο παράπονό του, πως δεν υπάρχουν μαύροι άγιοι. Του απάντησε ο λευκός πατήρ.

– Υπάρχουν, Καπίνγκα. Όμως να ξέρεις, πως και από την δική σας γενιά θα αναδειχθούν καινούργιοι άγιοι αγωνιστές, μάρτυρες της αλήθειας του Χριστού.

Έφυγαν και οι τελευταίοι δισταγμοί του Καπίνγκα.

Πήγε, κάθισε κοντά στον Μπόλε, τον συμμαθητή του, τον ορθόδοξο Χριστιανό, τον βαπτισμένο στο ίδιο βαπτιστήριο με αυτόν.

Όταν τέλειωσε την ιστορία του, του ζήτησε να πάνε μαζί έναν περίπατο στον όμορφο χώρο, εκεί πίσω από την αγορά.

Τι κουβέντιασαν τα δυο μαύρα δεκατετράχρονα αγόρια, τι συμφώνησαν, ποιες υποσχέσεις έδωσαν στον ίδιο τον Θεό που πίστευαν, την ώρα που ο ωραίος δίσκος του ήλιου χανόταν πίσω από τον μακρινό ορίζοντα;

Κανένας δεν έμαθε.

Όμως από την άλλη μέρα, ο αμίμητος παραμυθάς των παραμυθιών και των θρύλων της χώρας τους, με την ίδια χάρη, με την ίδια πειστικότητα, διηγούταν στους συμμαθητές του κάποια διδακτική ιστορία για τον Ιωσήφ και τα αδέλφια του, για τον Μωυσή και τα μεγαλεία του Θεού, για κάποιον επίσημο της βασίλισσας της Αιθιοπίας που του μίλησε ο διάκονος Φίλιππος για τον Χριστό και τον βάπτισε.

Ο Καπίνγκα χαίρεται ακόμη που ακούει τον Μπόλε, εκεί στην γειτονιά τους, να σκλαβώνει τους μικρούς ακροατές του με τις χριστιανικές διηγήσεις, που κάνουν απαλές τις ψυχές. Με το χριστιανικό τραγούδι.

Ναι, ο Καπίνγα, ο ταπεινός αγωνιστής, που ξέρει να αναγνωρίζει τις ικανότητες των συμμαθητών του, ας είναι ο πρώτος στην τάξη, ώρες ώρες που βλέπει τον μαύρο ιερέα να τους εξηγεί το Ευαγγέλιο, κλείνει τα μάτια και λέει μια μυστική ευχή.

Του φαίνεται τότε, πως ένας άλλος, ψηλός νέος με ζωηρό βλέμμα, με αρμονικές κινήσεις, εξηγεί τον λόγο του Θεού.

Θα χάσει, βέβαια, η φάρα του Μπόλε, έναν παραμυθά διάδοχο, αλλά θα κερδίσει η ορθόδοξη εκκλησία των μαύρων στην Κανάγκα έναν δυνατό ερμηνευτή του λόγου του Θεού. Έναν δυνατό ιεροκήρυκα. Γιατί όχι; Δύσκολο στον Θεό, να πραγματοποιήσει το ιερό του όνειρο;

Κανάγκα

Άλλα μηνύματα

by Artist Name