Μια σύγχρονη ιεραπόστολος Σταυρίτσα Ζαχαρίου

Στις 3-1-2000 «εσπάρη» στην Αφρικανική γη η σύγχρονη ιεραπόστολος Σταυρίτσα Ζαχαρίου.


Εκεί που έσπειρε τον λόγο του Θεού και πότισε την αγία Ορθοδοξία αξιώθηκε να αναπαυθεί, μετά από 30 χρόνια αφανούς ιεραποστολικής εργασίας.

Γεννήθηκε το 1916 στο αλησμόνητο Αϊβαλί της μαρτυρικής Μικράς Ασίας. Ήταν συγγενής του με­γάλου αγιογράφου Φώτη Κόντογλου. Μετά τον ξε­ριζωμό μεγάλωσε στη Μυτιλήνη, όπου και δημιούρ­γησε οικογένεια. Ασχολήθηκε κατ’ αρχάς με τη ραπτική, αλλά τη συνείχε η αγάπη για τον Χριστό και την Εκκλησία.

Ξενιτεύτηκε στην Αμερική, όπου διεύθυνε οίκο γουναρικών.  Ασταμάτητες ήταν και οι κατηχήσεις, η φιλανθρωπία, και η ελεημοσύνη, πράγμα που συνέχισε μέχρι το τέλος της ζωής της.

Ευρισκόμενη στην Αμερική βοηθά αποφασιστικά στην ανέγερση της Μονής του Αγίου Ραφαήλ της Μυτιλήνης.

Σταθμός στην πνευματική της πορεία ήταν η φανέρωση της Κυρίας Θεοτόκου, η οποία της έδωσε το χάρισμα της αγιογραφίας, που είχε ζητήσει. Τότε κατά θεία φώτιση αγιογραφεί την πρώτη εικόνα της Παναγίας, η οποία έχει πάνω της μία χάρη ανυπέρβλητου θείου κάλλους. Η εικόνα αυτή μαζί με άλλες εικόνες της, κοσμούν το τέμπλο της Ιεράς Μονής Αγ. Ραφαήλ στη Μυτιλήνη.

Μεγάλη Σαρακοστή του 1969. Ο χρόνος της μεγάλης κλήσης από τον Μεγάλο Ψαρά. Η απάντησή της ήταν άμεση.

Εργάστηκε στην Κένυα, Ζαΐρ, Ουγκάντα, Τανζανία, συνεργάτης των ιεραποστόλων Πατέρων Χρυσοστόμου Παπασαραντόπουλου, Αμφιλοχίου Τσούκου, Θεοδώρου Νακνυάμα, Κοσμά Γρηγοριάτη. Ένα διάστημα πήγε και στην Ινδία κοντά στον π. Αθανάσιο Ανθίδη. Περισσότερο όμως εργάστηκε στην Κένυα.

Για τους μαύρους Ορθοδόξους ήταν η «μάμα- Σταυρίτσα». Κυριότερα επιδόθηκε στην ανέγερση ναών. Τους άρχιζε από τα θεμέλια και τους παρέδι­δε με το κλειδί. Ενδιαφερόταν για το χτίσιμο, τα υλικά, την επίπλωση, τα σκεύη, τις εικόνες.

Έφτιαξε και ολοκλήρωσε 19 Ναούς. Η μάμα-Σταυρίτσα, όμως, ενδιαφερόταν και για την αντιμετώπιση της πείνας, της φτώχειας, της αρρώστιας. Συχνές ήταν οι επισκέψεις της σε εγκαταλελειμμένους αρρώστους στα νοσοκομεία και τα άλλα ιδρύματα. Όλους τους αγαπούσε σαν παιδιά της. Μάθαινε στις γυναίκες ράψιμο και οικοκυρική. Περιποιόταν ιδιαίτερα τους μαύρους ιερείς, για να έχουν τα σπίτια τους, τον μισθό τους, τα ράσα τους, τα άμφιά τους.

Το έργο της κατηχήσεως ήταν συνεχές. Κήρυττε για τον Χριστό, πώς να κάνουν τον σταυρό τους, πώς να νηστεύουν, πώς να ζουν χριστιανική ζωή. Τα λό­για της έπιαναν τόπο. Τα έλεγε απλά και πειστικά.

Πηγή της χρηματοδότησης ήταν η Αμερική. Πήγαινε στην Αμερική έκανε εράνους, παρουσιαζόταν σε εκπομπές στην τηλεόραση και είχε τη συμπαράσταση του τότε Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Ιακώβου.

Ως γνήσια «εργάτρια του Χριστού» δεν απέφυγε τους διωγμούς, τις συκοφαντίες, τις ύβρεις και τις διαβολές. Όλα τα αντιμετώπιζε με ανδρεία απτόητη.

Στα 80 της ήλθε και ξεκουράστηκε για 1 1/2 χρό­νο κοντά στον Σεβ. Μητροπολίτη Ιερισσού κ. Νικό­δημο στην Αρναία της Χαλκιδικής. Όμως δεν έγινε κατορθωτό να παραμείνει.

«Πρέπει να πάω να τελειώσω την Εκκλησία και θα επιστρέψω».

Όμως δεν επέστρεψε. Σε ηλικία 84 ετών άφησε την τελευταία της πνοή στο Ναϊρόμπι της Κένυας στις 3-1-2000.

«Ήταν 8 η ώρα το πρωί μετά την πρωινή προσευχή της και ενώ ετοιμαζόταν να αρχίσει το εργόχειρό της, ο Άγγελός της την πήρε και την οδήγησε στον Κύριό της για να αναπαυθεί αιώνια κοντά Του».

Και ήδη αναπαύεται στην Αφρικανική γη, κοντά στους άλλους ιεραποστόλους της Ορθοδοξίας, Χρυσόστομο, Κοσμά, Χαρίτωνα…

Το κενό που αφήνει χρειάζεται κάλυψη. Το έργο χρειάζεται συνέχιση.

Ποιος κληρικός και ποιος λαϊκός θα αξιωθεί προσωπικού καλέσματος από τον Κύριο;

Του Αρχιμ. Χρυσόστομου Μαϊδώνη, Πρωτοσύγκελου Ιεράς Μητροπόλεως Ιερισσού