Ο ξεχασμένος κατηχητής Τσιφ της περιοχής
Ο Ά. ανήκει στην φυλή των Λούγια και ζούσε σε μια περιοχή κοντά στη λίμνη Βικτώρια τελείως απομακρυσμένη και απομονωμένη, λόγω απόστασης αλλά και λόγω του ότι δεν υπάρχουν δρόμοι για τα αυτοκίνητα. Εκεί είχε ιδρυθεί Ορθόδοξη Ενορία όπου Ο Ά. βαπτίσθηκε και γαλουχήθηκε με το πνεύμα της Ορθοδόξου πίστεως από τον πρώτο και μοναδικό τότε Ορθόδοξο Ιερέα π. Νικόδημο.
Από μικρός υπηρετούσε μέσα στο ιερό. Το σπιτάκι του, ή καλύτερα το καλύβι του, ήταν σχεδόν στο ίδιο οικόπεδο μ’ αυτό της Εκκλησίας. Δεν μπορούσε να ζήσει μακριά από την Εκκλησία του. Επειδή ο ιερέας δεν ερχόταν πάντα, ο μικρός Ά. έμαθε να διαβάζει τα τυπικά και κατά κάποιον τρόπο τον αναπλήρωνε. Έτσι έμαθε να προσεύχεται αληθινά. Αγάπησε τον Κύριο και ήταν πεπεισμένος για τη ζωντανή παρουσία Του μέσα στη ζωή του. Ήταν ένας έφηβος κυριολεκτικά δοσμένος στον Θεό και στην Εκκλησία Του. Κράτησε από μικρός αναμμένη τη φλόγα της πίστεως ανάμεσα στους πιστούς. Μέσα του είχε τον βαθύ πόθο να γίνει μια μέρα λειτουργός του Υψίστου σαν τον αγαπημένο του π. Νικόδημο.
Ήλθε στην Πατριαρχική Σχολή για να κάνει τον πόθο του πραγματικότητα. Το πρώτο έτος έμαθε αρκετά στον τομέα της κατηχήσεως, λειτουργικής, ομιλητικής. Πλούτισε τις γνώσεις του. Ήταν καλός μαθητής, υπάκουος και με ζήλο Χριστού. Τελειώνοντας το πρώτο έτος, λόγοι οικογενειακοί και προσωπικοί τον υποχρέωσαν να μη συνεχίσει τις σπουδές του στο δεύτερο έτος.
Είναι κάποιες στιγμές στη ζωή του ανθρώπου που έρχεται ο διάβολος να σκανδαλίσει και να δημιουργήσει αμφιβολίες στην ψυχή του πιστού. Έτσι ο νεαρός τότε Ά., παρ’ όλο που ήταν πιστός και αφοσιωμένος, ύστερα από προτροπές φίλων και συγγενών του προτίμησε ν’ ακολουθήσει κάποιο άλλο επάγγελμα, για να μπορέσει να στηρίξει οικονομικά την οικογένειά του. Δούλεψε σκληρά, έμαθε πολλά, πήρε αρκετά διδάγματα από τη ζωή της βιοπάλης, μα προπαντός αντιλήφθηκε ότι ο μοναδικός σωτήριος δρόμος ήταν εκείνος των παιδικών του χρόνων, ο δρόμος της χριστιανικής πίστεως.
Λόγω των αποστάσεων και άλλων δυσκολιών, σχεδόν ξεχάστηκε από τους συμμαθητές και τους δασκάλους της Πατριαρχικής Σχολής.
Τα χρόνια πέρασαν. Ο Ά. είχε πια ωριμάσει. Με περισσότερη πίστη και ζήλο τώρα άρχισε και πάλι το έργο του στη μικρή ενορία του, όπως όταν ήταν έφηβος. Μάλιστα τώρα είχε και περισσότερες γνώσεις από τη μονοετή φοίτησή του στη Σχολή και περισσότερες εμπειρίες από τη ζωή. Δίδασκε και κρατούσε τους πιστούς κοντά στον Θεό.
Κάποτε ο Επίσκοπος επισκέφθηκε την απομακρυσμένη αυτή ενορία. Οι πιστοί μέχρι τότε μόνο άκουγαν για τον Επίσκοπο. Άλλα και για τον Επίσκοπο η ενορία του Ά. ήταν μια ενορία που ήταν μόνο δηλωμένη στα χαρτιά. Δεν την είχε επισκεφθεί κανένας από το κέντρο της Ιεραποστολής. Όταν η συνοδεία μετά από κοπιαστικό ταξίδι έφθασε, οι πιστοί συγκεντρώθηκαν και περίμεναν ν’ ακούσουν τον Επίσκοπό τους. Συγκινημένος εκείνος τους είπε δύο λόγια καρδιόβγαλτα: «Δεν σας ξεχάσαμε. Είμαστε πάντα κοντά σας, δίπλα σας, όλα τα χρόνια. Από αγάπη πολλή βρισκόμαστε τώρα εδώ. Να έχετε πίστη και φόβο Θεού, ν’ αγαπάτε ο ένας τον άλλον κτλ.».
Ένας άνδρας, που φαινόταν ο πιο ηλικιωμένος της ενορίας, χαιρέτησε τον Επίσκοπο και αποκάλυψε ότι όλα αυτά τα χρόνια τους στήριξε στην πίστη ο κατηχητής τους ο Ά., ο οποίος μάλιστα τώρα κατέχει την υψηλή θέση του Τσιφ της περιοχής, δηλαδή του αρχηγού, με ουσιαστικά καθήκοντα στον χώρο της πολιτείας. Κάθε Κυριακή λοιπόν ο… αρχηγός, βάζει το αντερί του, έρχεται στον ναό και γίνεται ο κατηχητής τους. Τελεί την ακολουθία των Τυπικών, αφού δεν μπορεί να τελέσει το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, και στο τέλος κηρύττει κι αν υπάρχουν νεοφώτιστοι τους κατηχεί.
Ένας αφανής εργάτης στον αγρό του Θεού. Ποτέ δεν απεκάλυψε στο Κέντρο την προσφορά και τη συμβολή του στον τομέα της κατηχήσεως. Δούλεψε με αυταπάρνηση χωρίς να τον αμείβει η Ιεραποστολή, χωρίς να του παρέχει οποιαδήποτε ενίσχυση υλική και ηθική. Για τον ίδιο, εκείνο που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η διακονία του και η προσφορά του στους ανθρώπους εκείνους που διψούν για τον Χριστό και την Ορθοδοξία!
Πόσες εκπλήξεις μας περιμένουν ακόμα στον χώρο αυτό της Ιεραποστολής δεν γνωρίζουμε! Πόσα έχουμε να δούμε ακόμη σ’ αυτόν τον αγρό της Ιεραποστολής παραμένει μυστήριο, το όποιο μόνο ο Κύριος γνωρίζει. Όταν Εκείνος μας αποκαλύπτει κάποια τέτοια μεγαλειώδη περιστατικά, ενισχύει και ενδυναμώνει την πίστη μας.
ο Κένυας και Ειρηνουπόλεως Μακάριος