Ο άγιος ιερομάρτυς Γρηγόριος ο Ε΄

Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

10η Απριλίου

Γεννήθηκε στη Δημητσάνα της Αρκαδίας το 1745 μ.Χ. από ταπεινούς και ευσεβείς γονείς. Όταν συμπλήρωσε το 20ο έτος της ηλικίας του, αναχώρησε για την Αθήνα και στη συνέχεια για τη Σμύρνη για να ολοκληρώσει τις θεολογικές του γνώσεις στην Ευαγγελική Σχολή. Ο πόθος του να διάγει ασκητικό βίο τον οδήγησε στη μονή των Στροφάδων, όπου και έδρασε επιδεικνύοντας θαυμαστή καρτερία και γενναιότητα. Το 1785 τιμήθηκε με το αξίωμα του Αρχιερέα της Σμύρνης και υπηρέτησε το ποίμνιό του. Το 1797 εκλέχθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης φωτίζοντας χιλιάδες ανθρώπους. Όμως συκοφαντήθηκε και διώχθηκε δύο φορές. Για τρίτη φορά επανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης το 1818. Ο Γρηγόριος αντιμετώπισε το μένος και την παραφροσύνη του Τούρκου τυράννου που τον πίεζε να αρνηθεί την πίστη του. Παρέμεινε Πατριάρχης μέχρι το μαρτυρικό του θάνατο, δηλαδή μέχρι 10 Απριλίου του 1821. Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο ορθόδοξος ελληνισμός εκείνη την εποχή, ο ίδιος δε δέχτηκε να διαφύγει. Οι δολοφονίες Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη είχαν αρχίσει και συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος Μαΐου. Τον Πατριάρχη επίτηδες τον εκτέλεσαν την ημέρα του Πάσχα. Την Κυριακή του Πάσχα απαγχονίστηκε από τις τουρκικές αρχές στη θύρα του Πατριαρχείου ως μυστικός πρωτεργάτης του εθνικού αγώνα των Ελλήνων που ήδη είχε αρχίσει. Το ιερό λείψανό του ύστερα από τρεις ημέρες ρίχτηκε στον Κεράτιο κόλπο, από όπου ανασύρθηκε και μεταφέρθηκε από τον πλοίαρχο Ιω. Σκλάβο στην Οδησσό, όπου ετάφη με εξαιρετικές τιμές. Το 1871 τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα και κατατέθηκαν το 1872 στο μητροπολιτικό ναό των Αθηνών. Το 1921 ο εθνομάρτυρας πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ ανακηρύχτηκε Άγιος.

Περισσότερα...

Υπήρξε μεγάλος άγιος της Εκκλησίας, πλήρης φιλανθρωπιών, κρυφός βοηθός της Φιλικής Εταιρείας για την απελευθέρωση των χριστιανών από τους μουσουλμάνους δυνάστες. Όμως, προφανώς αυτό το τελευταίο έγινε γνωστό από τους Οθωμανούς και ο Γρηγόριος είχε το τιμημένο τέλος των αγίων μαρτύρων του Θεού, αφού μέσα σε φριχτά βασανιστήρια αρνήθηκε να προδώσει τον Χριστό και να ασπασθεί το Ισλάμ. Ακόμα και μετά από τον απαγχονισμό του, κάποιοι Εβραίοι φρόντισαν να αγοράσουν το σώμα του για να το ρίξουν με πέτρες στα βαθιά νερά.

Γέννηση – ανατροφή

Ο διαπρεπής αυτός Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως γεννήθηκε στη Δημητσάνα Αρκαδίας το 1745 μ.Χ. από φτωχούς γονείς. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιωάννης Αγγελόπουλος και η μητέρα του Ασημίνα (το γένος Παναγιωτοπούλου). Βαφτίστηκε και πήρε το όνομα Γεώργιος. Είχε έναν αδελφό και δύο αδελφές. Το μικρό αυτό τσοπανόπουλο έμαθε τα πρώτα γράμματα στη Δημητσάνα, στη Σχολή που λειτουργούσε εκεί από το 1764, από το θείο και ανάδοχό του ιερομόναχο Μελέτιο και τον ιερομόναχο Αθανάσιο Ρουσόπουλο.

Σπουδές

Το 1765 (σε ηλικία 20 ετών) φτάνει στην Αθήνα και μαθητεύει κοντά στο μεγάλο δάσκαλο Δημήτριο Βόδα. Το 1767 από την Αθήνα πηγαίνει στη Σμύρνη, όπου ήταν Εκκλησιάρχης και δίδασκε στην Ευαγγελική Σχολή ο θείος του Μελέτιος. Εκεί φοιτούσε, αλλά και εργαζόταν ως… καντηλανάφτης! Το 1770, μετά την αποτυχία του κινήματος του Ορλώφ, προσφυγικό κύμα από την Πελοπόννησο φτάνει στη Σμύρνη. Ο νεαρός Γρηγόριος παίζει σημαντικό ρόλο για το άσυλο και την τύχη των κατατρεγμένων και η ψυχή του σημαδεύεται βαθιά.

Αναφέρεται πως το 1772 (27 ετών) συνέχισε τις σπουδές του στην Πάτμο. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφικής κοντά στον Δανιήλ Κεραμέα. Από εκεί μεταβαίνει στη μονή των Στροφάδων, όπου έμεινε μεν λίγο καιρό, αλλά πρόλαβε να καρεί μοναχός με το νέο όνομα Γρηγόριος. Η ασκητική του ζωή και η επιρροή της Ι. Μ. Φιλοσόφου στην πατρίδα του τον είχαν σημαδέψει. Επιστρέφει λοιπόν στην Πάτμο.

Οι χειροτονίες του

Το 1775 (30 ετών) καλείται από τον μητροπολίτη Σμύρνης Προκόπιο (που καταγόταν από τη Μεσσήνη) και χειροτονείται Διάκονος. Η υπερβολική αγάπη του Μητροπολίτη τον αναδεικνύει σύντομα σε Αρχιδιάκονο. Την εποχή αυτή μετέφρασε και εξέδωσε με δαπάνη του λόγιου Σμυρναίου Ιω. Πιττακού τους «περί Ιερωσύνης λόγους» του Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Αργότερα χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και έκανε χρέη Πρωτοσύγκελλου. Το διάστημα αυτό μετέβη και στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Δημητσάνα, όπου δώρισε 1500 γρόσια για να χτιστούν δωμάτια για στέγαση των απόρων σπουδαστών της σχολής της .

Το 1785 ο μητροπολίτης Προκόπιος εκλέγεται Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και στις 19/8/1785 ο Γρηγόριος χειροτονείται Μητροπολίτης Σμύρνης σε ηλικία 40 ετών μετά από απαίτηση των Σμυρναίων! Κατά την εγκατάστασή του έτυχε μεγάλης υποδοχής. Η θητεία του αυτή διήρκεσε 12 έτη. Η ποιμαντική του δράση πήρε και πρακτική μορφή.

Βοήθησε σημαντικά στην ίδρυση ναών και σχολείων. Παρείχε με πολλούς τρόπους προστασία σε άπορους μαθητές και συνέβαλε στην ανακούφιση του κλήρου από τη φορολογία των Τούρκων. Στο τέλος της θητείας του συνέβη στη Σμύρνη η μεγάλη σφαγή με το όνομα «ρεμπελιό της Σμύρνης». Τότε ήταν Συνοδικός στο Πατριαρχείο και μαθαίνοντας το φοβερό γεγονός σπεύδει κοντά στο ποίμνιό του για να εκπληρώσει το πνευματικό του χρέος. Εκεί τον βρίσκει η είδηση της εκλογής του σε… Πατριάρχη στις 19-4-1797!

Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Τον Απρίλιο του 1797 (52 ετών) μεταβαίνει στην Πόλη κατηφής και γεμάτος πίκρα αλλά αποφασισμένος να στηρίξει μέχρι θανάτου το υπόδουλο Γένος. Ενθρονίζεται στις 9 Μαΐου 1797. Ιδιαίτερο ζήλο επέδειξε για την παιδεία του Γένους. Ανακαίνισε τα κτίρια του πατριαρχείου (θεωρούσε απαράδεκτη τη στέγαση του Οικουμενικού Πατριάρχη σε μισθωτό ιδιωτικό σπίτι) και ίδρυσε μεγάλο τυπογραφείο.

Για τις εργασίες της Πατριαρχικής Συνόδου καθιέρωσε τακτικές ημέρες συνεδριάσεων, καθόρισε τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συνοδικών αρχιερέων – ένα είδος καταστατικού χάρτη – ρύθμισε τα προβλήματα των εμπερίστατων αρχιερέων (των μανζήληδων), δεν επέτρεπε τη χειροτονία απαίδευτων ή ανήλικων ή μη εχόντων την «έξωθεν καλήν μαρτυρίαν» ιερέων. Ήταν αντίθετος με τη χειροτονία αρχιερέων εκ του έγγαμου βίου λόγω της δύσκολης εποχής του Γένους. Εξέδωσε πολλά συγγράμματα, ανάμεσά τους περιλαμβάνεται και η «Κιβωτός της Ελληνικής Γλώσσης».

Στις 17 Δεκεμβρίου 1798 η Πύλη πέτυχε την καθαίρεσή του, διότι θεωρήθηκε… ανίκανος για τη διατήρηση της υποταγής στον τουρκικό ζυγό των ορθοδόξων λαών της Βαλκανικής! Εξορίζεται λοιπόν στο Άγιο Όρος. Εκεί γίνεται δάσκαλος, σύμβουλος και διαιτητής των μοναχών.

Δεύτερη και τρίτη πατριαρχία

Ανακαλείται στο θρόνο από τον σουλτάνο Σελήμ στις 23 Σεπτεμβρίου 1806. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης πατριαρχίας του συνέχισε το προηγούμενο έργο του. Μάλιστα, «η περί παιδείας» εγκύκλιός του έφερε συγκίνηση σε όλο το Γένος. Τέθηκε το 1808 επικεφαλής του εράνου για την ανίδρυση και πάλι του Παναγίου Τάφου στα Ιεροσόλυμα που αποτεφρώθηκε.

Μετά το θάνατο του Σελήμ, ο νέος σουλτάνος, νεαρός Μαχμούτ, τον απέλασε και πάλι στις 10 Σεπτεμβρίου του 1808. Πήγε ως εξόριστος στην Πριγκηπόννησο, όπου ασχολήθηκε με διάφορες μελέτες. Κατόπιν έφτασε στο Άγιο Όρος όπου έγινε πάλι πνευματικός οδηγός των μοναχών αλλά και πολλών λογίων.

Στις 14 Δεκεμβρίου του 1818 (μετά δηλαδή από 10 χρόνια) εκλήθη και πάλι στον πατριαρχικό θρόνο. Σε αυτή τη θητεία ίδρυσε το «κιβώτιο του ελέους», αναδιοργάνωσε το πατριαρχικό τυπογραφείο και μερίμνησε για την ανόρθωση της παιδείας, η οποία έχανε το κέντρο βάρους της και απέκλινε στα ορθολογιστικά ρεύματα.

Αποβλέποντας στην παραδοσιακή τάξη, προσπάθησε να εισαγάγει τη λιτότητα του βίου και την αυστηρότητα. Βρήκε όμως μεγάλη αντίδραση. Για την ανόρθωση των οικονομικών της Μ. Εκκλησίας διέταξε την ανανέωση των σταυροπηγιακών προνομίων. Έλυσε το δύσκολο ζήτημα του κολλυβαδικού κινήματος οριστικά. Έλαβε μέτρα για τη λειτουργία των ναών, αποφάσεις για τα ληξιαρχικά βιβλία, τις προικοδοσίες και τους αρραβώνες, διατάξεις για γάμους και διαζύγια. Απαγόρευσε την ανάμειξη των τότε λαϊκών στα εκκλησιαστικά πράγματα και των κληρικών στα πολιτικά.

Απέναντι στο σουλτάνο κρατούσε στάση αξιοπρεπή και υπολογισμένη, ώστε να μην κάνει παρεμβάσεις στα εκκλησιαστικά η τουρκική διοίκηση.

Η στάση του στην Ελληνική Επανάσταση

Οι δοκιμασίες του 1770 και του 1797, κατά τις οποίες έζησε τις θηριωδίες των Τούρκων, τον έκαναν επιφυλακτικό σε βίαιη εξέγερση, καθώς διαισθανόταν τον κίνδυνο για τη Ρωμιοσύνη. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται ότι έγινε μέλος της «Φιλικής Εταιρείας» από τον πρώην μητροπολίτη Σερβίων και Κοζάνης Διονύσιο, ενώ ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος είχε άλλη γνώμη. Τις προετοιμασίες του αγώνα τις γνώριζε αφού βοηθούσε τους Φιλικούς οικονομικά, αλλά δεν είχε πεισθεί ότι είχε έλθει το πλήρωμα του χρόνου.

Πιεζόμενος από τους κρατούντες Τούρκους «κατεδίκασε» με κείμενο την Επανάσταση ώστε να δείξει σε αυτούς ότι δεν είχε, ως Πατριαρχείο, ανάμειξη, αλλά γνώριζε ότι δεν επηρέαζε καθόλου τις καρδιές των επαναστατών.

Η σύλληψη και φυλάκιση του μητροπολίτη Εφέσου Διονυσίου, η αποκεφάλιση όλων των πλούσιων Ρωμιών στην Κωνσταντινούπολη, η φυλάκιση την τρίτη εβδομάδα των νηστειών του 1821 των συνοδικών αρχιερέων Νικομηδείας Αθανασίου, Δέρκων Γρηγορίου και Αγχιάλου Ευγενίου, η αποκεφάλιση το πρωί της Μ. Δευτέρας (2 Απριλίου) του μεγάλου διερμηνέα Μιχάλη Μουρούζη, ο σφαγιασμός των επισήμων της Κωνσταντινούπολης που κατάγονταν από την Πελοπόννησο δε δημιούργησαν πανικό στον Πατριάρχη!!! Σαν έτοιμος από καιρό αρνήθηκε να δραπετεύσει από ασφαλή δρόμο τη Μεγάλη Εβδομάδα αποφασισμένος να ιερουργήσει το Πάσχα….

Το Πασχάλιο Μαρτύριο

Την ημέρα του Πάσχα, πηγαίνοντας να ιερουργήσει, είπε στους Αρχιερείς και Πρεσβυτέρους: «ίωμεν επί το θυσιαστήριον». Η πασχαλιάτικη Θ. Λειτουργία τελείωσε και στις 10 το πρωί – ήταν 10 Απριλίου 1821 – συνελήφθη από τους Τούρκους. Οι δήμιοι τον οδήγησαν με μικρό καράβι στις φυλακές, όπου τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια… Μάλιστα τον πίεζαν να δεχθεί τον εξισλαμισμό του για να… σωθεί! Ο Γρηγόριος τους απάντησε κατηγορηματικά: «Εις μάτην κοπιάζετε. Ο Πατριάρχης των Χριστιανών, Χριστιανός εγεννήθη, Χριστιανός θα αποθάνει».

Τις ώρες του βασανισμού του οι Τούρκοι με φιρμάνι ανήγγειλαν ψευδώς ότι ήταν εξόριστος στη Χαλκηδόνα και πίεσαν για άμεση εκλογή νέου Πατριάρχη εκ των παρόντων αρχιερέων. Όταν ο Πισιδίας Ευγένιος επευφημήθηκε στο ναό, τότε οι δήμιοι έβγαλαν τον Πατριάρχη από τη φυλακή. Ο Κεράτιος κόλπος γέμισε πλοία. Στην αποβάθρα του Φαναρίου ο Γρηγόριος έκλινε τον αυχένα για την αποκεφάλιση προσευχόμενος, αλλά οι δήμιοι (2:00 μ.μ.) με λακτίσματα και ύβρεις τον οδήγησαν υποβασταζόμενο στην πύλη του Πατριαρχείου… Εκεί, η φρίκη κατέλαβε το λαό. Ο δήμιος κατανάλωσε μια ώρα για την κατασκευή της αγχόνης και τον απαγχόνισαν με αλαλαγμούς Τούρκων και Ιουδαίων και στεναγμούς και δάκρυα των Ρωμιών…

Τρεις ολόκληρες ημέρες το άγιο λείψανο του Πατριάρχη έμεινε κρεμασμένο φέρνοντας στο στήθος του το διάταγμα της εις θάνατον καταδίκης του. Στο διάταγμα αυτό καμία βάσιμη κατηγορία δε γράφτηκε, απλά η Πύλη θεωρούσε ότι είχε ενδείξεις για την «προδοσία»…

Ο πατριάρχης Ευγένιος μάταια προσπάθησε να εξαγοράσει το άγιο λείψανο και να το θάψει. Στις 13 Απριλίου όμως 20-μελής αντιπροσωπία Εβραίων το αγόρασε με 800 γρόσια και το παρέδωσε στον εβραϊκό όχλο… Η σατανική πομπή έφτασε μέχρι τον Κεράτιο κόλπο, όπου προσδέσανε στο λείψανο του Πατριάρχη πολλούς λίθους μέχρι να το βυθίσουν!!!

Παρά την πρόθεσή τους όμως, ο Ρωμιός πλοίαρχος Μαρίνος Σκλάβος από την Κεφαλονιά με το πλοίο «ο άγιος Νικόλαος» υπό Ρωσική σημαία, στο Γαλατά αναγνώρισε το λείψανο που δε… βυθιζόταν και το πήγε στην Οδησσό, όπου ετάφη μεγαλοπρεπώς. Επικήδειο εκφώνησε ο γνωστός αρχιμ. Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων.

Η λάρνακα και η αγιότητά του

Το 1871, με την επέτειο της πεντηκονταετηρίδας του αγώνα για την ανεξαρτησία της χώρας μας, μετεφέρθη το άγιο λείψανο από την Οδησσό στην Αθήνα και με τιμές αποτέθηκε στο ναΐσκο του αγίου Ελευθερίου. Το επόμενο έτος, μάλιστα, τοποθετήθηκε σε ειδική λάρνακα στον Ι. Ν. της Μητροπόλεως.

Στις 10-4-1921 (εκατό χρόνια από το μαρτύριό του) αναγνωρίστηκε ως Άγιος και Ιερομάρτυρας από σύνοδο 25 αρχιερέων.

Ακολουθία συντάχθηκε στη Ζάκυνθο από τον ιερομόναχο Νικόλαο Κοκκίνη το 1822, μετέπειτα μητροπολίτη Ζακύνθου (1838-1867). Το 1853 εκδόθηκε «Βίος και πολιτεία» του. Το 1871 διασκευάστηκε η ακολουθία του από τον αρχιμ. Αβέρκιο Λ. Λαμπίρη. Το 1968 κυκλοφόρησε δεύτερη ακολουθία, που συντάχθηκε από το μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη με επιμέλεια του Πρωτοπρεσβύτερου Αιδ. Ευάγγελου Μπονώρη.

Ἀπολυτίκιον

Δημητσάνης τὸν γόνον Βυζαντίου τὸν πρόεδρον καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἁπάσης γέρας θεῖον καὶ καύχημα, Γρηγόριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς μάρτυρα Χριστοῦ πανευκλεῆ, ἵνα λάβωμεν πταισμάτων τὸν ἱλασμὸν παρὰ Θεοῦ κραυγάζοντες. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐν εὐκλείᾳ οὐρανῶν δοξάσαντί σε, ἅγιε.