Ο προφήτης Ιωνάς

21η Σεπτεμβρίου

Υπήρξε ένας από τους μικρότερους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Έζησε επί βασιλείας Αμασίου και Ιεροβοάμ. Κάποτε ο Θεός του έδωσε εντολή να πάει στη Νινευή, οι κάτοικοι της οποίας ζούσαν αμαρτωλά, για να προφητεύσει την καταστροφή της. Όμως αυτός ξεκίνησε για τους Θαρσείς. Ενώ βρισκόταν στο πλοίο, έπιασε μεγάλη θαλασσοταραχή και οι επιβάτες αποφάσισαν να τραβήξουν κλήρο για να δουν ποιος ήταν ο υπαίτιος. Ο κλήρος έπεσε στον Ιωνά, τον οποίο έριξαν στη θάλασσα. Τότε, ένα κήτος κατάπιε τον προφήτη, ο οποίος έμεινε στη κοιλιά του για 3 ημέρες, χωρίς να πάθει τίποτα (αυτό αποτελεί προτύπωση της τριήμερης ταφής και ανάστασης του Χριστού και αποτελεί σταθερό σχεδόν θέμα του ειρμού της ΣΤ’ ωδής των κανόνων)! Όταν ο Ιωνάς βγήκε σώος στην ξηρά, πήγε στη Νινευή και με τις προφητείες του έσωσε την πόλη από την καταστροφή. Απεβίωσε στη Σαραάρ.

Είναι ο προστάτης των ναυαγοσωστών.

Περισσότερα...

Έζησε επί της βασιλείας του Αμασίου, στον Ιούδα και Ιεροβοάμ, στο Ισραήλ. Γιος του Αμαθί, είχε πατρίδα την Γεθχοφέρ, της φυλής του Ζαβουλών. Όπως όλοι οι προφήτες, έτσι και ο Ιωνάς εμπνεόταν από τις προρρήσεις και τις οδηγίες της πορείας του Ισραήλ. Έτσι, ενθάρρυνε τον Ιεροβοάμ σε πόλεμο κατά του άρχοντα της Συρίας, ο οποίος κατέληξε σε νίκη του Ισραήλ και αποκατάσταση των συνόρων του.

Ο Ιωνάς θεωρείται στην Παλαιά Διαθήκη πέμπτος μεταξύ των μικρών προφητών. Στο ομώνυμο βιβλίο γίνεται ιδιαίτερα γνωστός λόγω της ιερής δραματικότητας του. Ο Κύριος τον είχε διατάξει να μεταβεί στη Νινευή, έδρα πλάνης, ματαίων καλλωπισμών και οργίων, με σκοπό να κηρύξει και να πει για την επερχόμενη καταστροφή της. Δεν περιμένουμε φυσικά η πρωτεύουσα των Ασσυρίων να υποδέχτηκε με χαρά τον προφήτη. Άλλωστε, αυτοί δεν προέρχονταν από τον Ιούδα ή το Ισραήλ. Γιατί λοιπόν να πάει προς τους εγωιστές αυτούς Ασσυρίους; Ο Ιωνάς θεώρησε καλό να ξεχάσει τη διαταγή του Θεού και να κατευθυνθεί στη Θαρσείς. Η ακριβής θέση της πόλης αυτής δεν είναι γνωστή. Ήταν πάντως πόλη παραλιακή, με αξιόλογη ναυτική δύναμη και ανεπτυγμένες εμπορικές συναλλαγές με την Τύρο και τη Φοινίκη. Πολλοί θεωρούν ότι βρισκόταν στη νότια Ισπανία και ήταν αποικία των Φοινίκων.

Φτάνοντας στην Ιόππη, βρήκε πλοίο για Θαρσείς. Πλήρωσε το εισιτήριό του και επιβιβάστηκε. Αλλά μόλις το πλοίο ξανοίχτηκε, σηκώθηκε σφοδρή θαλασσοταραχή και το σκάφος από τα μανιασμένα κύματα που έσκαγαν πάνω του, κινδύνευε να βυθιστεί. Τότε πλοίαρχος, ναύτες και επιβάτες άρχισαν να προσεύχονται, ο καθένας σύμφωνα με την θρησκεία του, και να ρίχνουν στη θάλασσα φορτίο και αποσκευές για να ελαφρύνουν το πλοίο. Μόνο ο Ιωνάς μέσα στη σύγχυση, τον τρόμο και τις ικεσίες δε φαινόταν πουθενά. Που να ήταν; Toν παρέσυρε άραγε κανένα κύμα; Ο πλοίαρχος κατέβηκε στις κουκέτες και τον βρήκε να κοιμάται βαθιά. Η αδιαφορία αυτή, ενώ χανόταν το παν, εξέπληξε τον άνθρωπο. Πλησίασε, τον ταρακούνησε και του φώναξε δυνατά:

-Koιμάσαι; Σήκω πάνω να παρακαλέσεις και συ τον Θεό σου, ίσως έτσι σωθούμε.

Ο Ιωνάς σηκώθηκε, προσευχήθηκε κι αυτός, αλλά η τρικυμία εξακολουθούσε απειλητική. Τι να κάνουν λοιπόν; Nαύτες και επιβάτες μέσα στη δεισιδαιμονία τους, συμφώνησαν ότι κάποιος απ’ όλους, ήταν πολύ ένοχος ενώπιον του Θεού, προφανώς γιατί έκανε κάποιο μεγάλο κακό, για το οποίο διώκεται και κινδυνεύουν μαζί μ΄ αυτόν και οι άλλοι. Ποιος να ήταν αυτός; Έριξαν κλήρο. Και ο κλήρος, από τον Θεό κυβερνώμενος, έπεσε στον Ιωνά. Τότε ο Ιωνάς, τους είπε τι του συνέβαινε και μόνος του πρότεινε να τον ρίξουν στη θάλασσα, για να σταματήσει η τρικυμία και να μη χαθούν άδικα κι άλλοι.

Oι άνθρωποι τον κοίταξαν καλά, έτοιμο να ριχτεί στα κύματα, κύματα πελώρια, μανιακά, αβυσσαλέα, και τον λυπήθηκαν. Σκέφτηκαν ότι θα ήταν καλύτερα να προσπαθούσαν όλοι μαζί να επιστρέψουν στην ξηρά. Αλλά παρόλο που χρησιμοποίησαν και τα κουπιά, η επιστροφή ήταν αδύνατη. Ο άνεμος και τα κύματα γίνονταν ολοένα και πιο απειλητικά. Ο Θεός λοιπόν, είχε καταδικασμένο τον Ιωνά. Πώς να τον σώσουν αυτοί; Ζήτησαν συγχώρεση και τον έριξαν στα κύματα. Και ο άνεμος σταμάτησε αμέσως και η θάλασσα γαλήνεψε. Ο Ιωνάς όμως; Έκαναν πολλές προσπάθειες να τον βρουν, αλλά ο Ιωνάς δεν φαινόταν πουθενά. Κατά διαταγή του Θεού, τον κατάπιε μέγα κήτος, χωρίς όμως να τον φάει. Και στην παράδοξη και τρομερή εκείνη κατοικία, στην «κοιλία του Άδου», όπως έψαλλε ο ίδιος, συναισθάνθηκε όλο το μέγεθος της απείθειάς του και μετάνιωσε.

Μετά από τρεις μέρες και τρεις νύχτες, το κήτος έβγαλε σώο και αβλαβή τον προφήτη στην στεριά. Και ξανάκουσε τη διαταγή να πάει στη μεγάλη Νινευή και να ελέγξει και να κηρύξει ότι μετά από σαράντα μέρες θα καταστραφεί. Ο Ιωνάς υπάκουσε τώρα. Αλλά οι Νινευίτες συναισθάνθηκαν τα αμαρτήματά τους και νήστεψαν και πένθησαν όλοι από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο. Κι αυτός ακόμα ο βασιλιάς της Νινευή πένθησε αφαιρώντας την στολή του, φόρεσε ευτελή σάκο και έκατσε πάνω σε στάχτη. Και τα βόδια και τα πρόβατά τους δεν τα άφησαν να βοσκήσουν ούτε τα πότισαν. Ο Θεός τότε τους ελέησε και τους συγχώρεσε κι έτσι ήλθαν και πέρασαν οι σαράντα ημέρες χωρίς η μεγάλη πόλη Νινευή να καταστραφεί.

Ο Ιωνάς απόρησε με το γεγονός. Η προφητεία, την οποία διατάχτηκε να κάνει, την οποία είχε διακηρύξει παντού, με την απόλυτη βεβαίωση της εκπλήρωσής της, διαψεύστηκε. Έπαιξε και γέλασε μαζί του ο Θεός; Πώς θα μπορούσε τώρα να ξανααντικρύσει τους ανθρώπους; Καλύτερα να πέθαινε παρά να ζούσε. Αυτήν την κραυγή πικρής απογοήτευσης, αθυμίας και απελπισίας, άφησε ο Ιωνάς προς τον Κύριο. Και βγαίνοντας από την πόλη, πηγαίνοντας προς τα ανατολικά, έφτιαξε μια καλύβα, και κάθισε στη σκιά, προφυλαγμένος από τον καύσωνα, περιμένοντας τι ακόμα θα του συμβεί. Ξαφνικά τη νύχτα, ένα μεγάλο κολοκύθι κάλυψε την καλύβα και σχημάτισε γύρω της όμορφη σκιά. Ο Ιωνάς αγάπησε το φυτό εκείνο σχεδόν σαν άνθρωπο. Αλλά αμέσως την επόμενη μέρα της εμφάνισής του, σκουλήκια εμφανίστηκαν στην κολοκυθιά και την ξέραναν. Όταν ανέτειλε ο ήλιος, ο Θεός έστειλε και καυτό ανατολικό άνεμο κι έτσι ο Ιωνάς δεν ήξερε που να βρει λίγη δροσιά. Ακόμα και στην καλύβα η ζέστη ήταν αφόρητη. Λυπήθηκε ο Ιωνάς για την κολοκυθιά που τόσο γρήγορα ξεράθηκε. Λυπήθηκε μέχρι θανάτου.

Τότε ο Θεός του είπε: αν εσύ λυπήθηκες για το κολοκύθι, για το οποίο δεν κόπιασες, για το μεγάλωμα του οποίου δε βοήθησες, το οποίο σε μια μέρα γεννήθηκε και μέσα σε μια μέρα χάθηκε, πώς εγώ να μη λυπηθώ για τη Νινευή, την πόλη τη μεγάλη, στην οποία κατοικούν παραπάνω από δώδεκα μυριάδες ανθρώπων και πολυάριθμα ζώα; Kαι ο Ιωνάς τότε κατάλαβε ότι η μετάνοια φέρνει την αγαθότητα του Θεού πάνω στη δικαιοσύνη του. Ο Ιωνάς πέθανε στη γη Σαάρ, δίπλα στη βελανιδιά της Δεβώρρας, και ενταφιάστηκε μέσα σε σπήλαιο.