Η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου

28η Οκτωβρίου

Η εορτή της αγίας Σκέπης της Θεοτόκου έχει τη δική της παλιά ιστορία. Υπήρχε άλλοτε στον ιερό ναό της Θεοτόκου στις Βλαχέρνες της Κωνσταντινούπολης παρεκκλήσι της αγίας Σορού, στο οποίο φυλασσόταν ως ιερό κειμήλιο το κιβώτιο που περιείχε την αγία Σκέπη (Μαφόριο) της Παναγίας. Όταν κάποτε (5ος αι. μ.Χ.) την 1η Οκτωβρίου ετελείτο αγρυπνία στον ιερό ναό των Βλαχερνών, ο όσιος Ανδρέας, «ο διά Χριστόν σαλός», που ήταν παρών στην ολονύχτια Ακολουθία, μαζί με το μαθητή του Επιφάνιο είδαν ιερή οπτασία: τη Θεοτόκο να στέκεται με λαμπρότητα στον αέρα και έχοντας απλωμένο πάνω από το εκκλησίασμα το ιερό Μαφόριό της να προσεύχεται για το πλήθος των ευσεβών χριστιανών. Ιδιαίτερα όμως τη θαυμαστή προστασία της αγίας Σκέπης της Θεοτόκου είδε το ελληνικό έθνος κατά τον πόλεμο του 1940. Γι’ αυτό η εορτή μεταφέρθηκε από την κανονική ημερομηνία (31 Αυγούστου).

Περισσότερα...

Στο παρεκκλήσιο της αγίας Σορού που βρίσκεται στο ναό των Βλαχερνών γινόταν κάποτε ολονυχτία. Εκεί πήγε και ο μακάριος Ανδρέας κάνοντας τα συνηθισμένα, καθώς και ο Επιφάνιος μαζί μ’ ένα δούλο του. Ο Επιφάνιος είχε τη συνήθεια να παραμένει όση ώρα μπορούσε, άλλοτε μέχρι τα μεσάνυχτα κι άλλοτε μέχρι το πρωί. Ήταν η ώρα περίπου τετάρτη νυχτερινή (με το βυζαντινό ωρολόγιο), οπότε βλέπει ο μακάριος Ανδρέας τη Θεοτόκο Μαρία να προχωρεί απ’ τις βασιλικές πύλες προς το θυσιαστήριο. Φαινόταν πολύ υψηλή και είχε λαμπρή τιμητική συνοδεία λευκοφόρων αγίων. Ανάμεσά τους ξεχώριζαν ο τίμιος Πρόδρομος και ο Θεολόγος Ιωάννης, που στέκονταν δεξιά κι αριστερά από τη Θεοτόκο. Από τους λευκοφόρους, άλλοι προπορεύονταν και άλλοι ακολουθούσαν ψάλλοντας ύμνους κι άσματα πνευματικά. Όταν πλησίασε στον άμβωνα, είπε ο Όσιος στον Επιφάνιο: -Βλέπεις, παιδί μου, την Κυρία και Δέσποινα του κόσμου; -Ναι, τίμιε πάτερ, αποκρίθηκε ο νέος. Η Θεοτόκος εν τω μεταξύ είχε γονατίσει και προσευχόταν για πολλή ώρα. Παρακαλούσε τον Υιό της για τη σωτηρία του κόσμου και έρραινε με δάκρυα το άγιο πρόσωπό της. Μετά τη δέηση μπήκε στο θυσιαστήριο, όπου προσευχήθηκε για τους πιστούς που αγρυπνούσαν. Όταν ολοκλήρωσε τη δέησή της, έβγαλε από την άχραντη κεφαλή το αστραφτερό μαφόριο με μια κίνηση χαριτωμένη και σεμνή και, καθώς ήταν μεγάλο και επιβλητικό, το άπλωσε σαν Σκέπη με τα πανάγια χέρια της επάνω στο εκκλησίασμα. Έτσι απλωμένο το έβλεπαν και οι δυο τους για πολλή ώρα να εκπέμπει δόξα θεϊκή σαν ήλεκτρο. Όσο φαινόταν εκεί η Κυρία Θεοτόκος, φαινόταν και η ιερή εσθήτα να σκορπίζει τη χάρη της. Όταν εκείνη άρχισε να ανεβαίνει στον ουρανό, άρχισε και η Θεία Σκέπη να συστέλλεται λίγο- λίγο και να χάνεται. Το ιερό αυτό μαφόριο που φυλασσόταν εκεί, συμβόλιζε τη χάρη που παρέχει η Θεοτόκος στους πιστούς.

Ἀπολυτίκιον

Tῆς σκέπης σου Παρθένε, ἀνυμνοῦμεν τὰς χάριτας, ἣν ὡς φωτοφόρον νεφέλην, ἐφαπλοῖς ὑπὲρ ἔννοιαν, καὶ σκέπεις τὸν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς. Σὲ γὰρ σκέπην καὶ προστάτιν καὶ βοηθὸν, κεκτήμεθα βοῶντές σοι. Δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τῇ θείᾳ Σκέπῃ σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου, προμηθείᾳ Ἄχραντε.