Ο άγιος Κοσμάς ο Α’

Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

2α Ιανουαρίου

Καταγόταν από την Αντιόχεια. Επoνομάστηκε Ιεροσολυμίτης, επειδή έμεινε αρκετό καιρό στην αγία Πόλη. Από εκεί ήρθε και μόνασε στην Κωνσταντινούπολη. Από γραμματική μόρφωση υστερούσε. Τον στόλιζε, όμως, άδολη ευσέβεια και βαθιά και ειλικρινής αρετή και τον αγαπούσαν για την ευθύτητα του χαρακτήρα του και την απλότητα των ηθών του. Όταν στις 2 Αυγούστου 1075 μ.Χ. πέθανε ο πατριάρχης Ιωάννης ο Η΄, ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Δούκας έφερε στο θρόνο τον Kοσμά, αν και ήταν ήδη πολύ γέρος. Επί της πατριαρχίας του η αρχιεπισκοπή Πατρών προήχθη σε μητρόπολη με τρεις επισκοπές στη δικαιοδοσία της. Επίσης, ο ίδιος ο Κοσμάς χειροτόνησε και έστειλε το 1080 μ.Χ. ως Μητροπολίτη Ρωσίας τον έλληνα Ιωάννη, έναν άνθρωπο που ήταν κάτοχος μεγάλης μόρφωσης και αρετών. Οι δυσκολίες όμως της διοίκησης της πατριαρχίας έκαναν τον απλοϊκό χαρακτήρα του Κοσμά να επιθυμήσει την ησυχία και τη γαλήνη της προηγούμενης μοναχικής του ζωής. Γι’ αυτό λοιπόν, στις 8 Μαΐου του 1081 μ.Χ., αφού λειτούργησε στο ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, έφυγε μαζί με τον υπηρέτη του και αποσύρθηκε στη Μονή Καλλίου στην Κωνσταντινούπολη. Μάταια τον παρακάλεσαν να επιστρέψει. Ο άγιος Κοσμάς έμεινε και τελείωσε τη ζωή του στη Μονή εκείνη.