Ο άγιος μάρτυς Σώζων

7η Σεπτεμβρίου

Έζησε στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. Πατρίδα του ήταν η Λυκαονία της Μικράς Ασίας και το εθνικό του όνομα ήταν Ταράσιος. Βοσκός στο επάγγελμα, είχε καύχημα την εργασία του, διότι το επάγγελμα αυτό δοξάστηκε από τον Δαυίδ, αλλά και γιατί βοσκοί αξιώθηκαν να ζήσουν τη γέννηση του Χριστού στη Βηθλεέμ. Γρήγορα ασπάστηκε τη χριστιανική πίστη και ονομάστηκε Σώζων. Ταπεινός και θεοσεβής ο ίδιος, συχνά έλεγε: “Όταν είναι κάποιος βοσκός και χριστιανός δεν μπορεί να μη δείξει κανένα καρπό”. Αγαπούσε να παρατηρεί την ημερότητα των προβάτων και προσπαθούσε να τη μιμηθεί.

Πολλές φορές τον ενόχλησαν και τον αδίκησαν άλλοι βοσκοί, αλλά εκείνος παρέμενε πάντοτε πράος. “Είναι προσβολή για μένα”, έλεγε, “να φανώ κατώτερος από τα πρόβατα που βόσκουν”. Αν συναντούσε κάποιον ειδωλολάτρη στην εξοχή και μπορούσε να τον πλησιάσει, προσπαθούσε να τον κατηχήσει στον Χριστό. Αλλά ήταν και πολύ φιλάνθρωπος. Το περισσότερο από το γάλα των προβάτων του το έδινε δωρεάν στους φτωχούς ασθενείς. Αλλά και στη μελέτη της Αγίας Γραφής ήταν πολύ επιμελής. Όταν άκουγε να λένε: “Είναι γλυκό σαν μέλι”, αυτός παρατηρούσε: “Καλύτερα να λέτε “σαν την Αγία Γραφή”, διότι από τα λόγια του Θεού δεν είναι τίποτα γλυκύτερο”.

Ο πράος αυτός άνθρωπος ήταν γεμάτος από ζήλο και χάρη στην πίστη του μπορούσε να ριψοκινδυνεύσει τα πάντα. Μια μέρα βρέθηκε στην Πομπηιούπολη της Κιλικίας, όπου υπήρχε σε ειδωλολατρικό ναό ένα χρυσό άγαλμα το οποίο τιμούνταν ιδιαίτερα από όλους, ακόμη και από τον τότε έπαρχο της Κιλικίας Μαξιμιανό. Ο Σώζων άκουσε για το άγαλμα αυτό και ήταν περίεργος να το δει. Όταν στάθηκε μπροστά του, η ψυχή του οργίστηκε με τη σκέψη ότι οι ειδωλολάτρες έφτιαχναν πολυτελή είδωλα τη στιγμή που αρκετοί άνθρωποι πέθαιναν από την πείνα. Με την πρώτη ευκαιρία έσπασε το δεξί χέρι του αγάλματος και το πούλησε. Τα χρήματα τα μοίρασε στους φτωχούς. Η πράξη αυτή αναστάτωσε τους ειδωλολάτρες. Ο έπαρχος Μαξιμιανός φυλάκισε πολλούς αθώους.

Ο Σώζων το πληροφορήθηκε αυτό και πήρε την απόφασή του. Δεν έπρεπε να διώκονται άλλοι για πράξεις τις οποίες είχε κάνει ο ίδιος. Παρουσιάστηκε στον έπαρχο οικειοθελώς και ομολόγησε την πράξη του. Κι όταν ο έπαρχος τον απείλησε, εκείνος χωρίς να πτοηθεί καθόλου απάντησε με αταραξία και χάρη ότι οι εθνικοί όφειλαν και να τον ευγνωμονούν, διότι αυτός δίνοντας το τίμημα στους φτωχούς έκανε χρήση του αγάλματος, ενώ στο ναό όχι μόνο άχρηστο είναι αλλά και επιβλαβές. Τότε, με σιδερένια νύχια ξέσκισαν τη σάρκα του κι όταν το σώμα του γέμισε πληγές και αίματα τον έριξαν στη φωτιά. Ο Σώζων υπέμεινε τα πάντα με θαυμαστή καρτερία. Τα λείψανά του θάφτηκαν ευλαβικά από ευσεβή χέρια. Κι έτσι, ο πιστός και πράος και ζηλωτής ποιμένας απήλθε προς τον Χριστό, τον Αρχιποιμένα, για να λάβει το αμάραντο στεφάνι.

Είναι ο προστάτης των βοσκών.

Ἀπολυτίκιον

Τὸν ἀληθῆ καὶ θεοφόρον μάρτυρα καὶ ἀθλητὴν τῆς εὐσεβείας δόκιμον, συνελθόντες ἀνυμνήσωμεν μεγαλοφώνως πάντες σήμερον, Σῴζοντα τὸν θεῖον μύστην τῆς χάριτος, ἰάσεων δοτῆρα πλουσιώτατον· πρεσβεύει γὰρ τῷ Θεῷ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Δι’ ὁμφῆς οὑρανίου πιστωθεὶς πρὸς τὰ κρείτονα, τοὺς τῆς εὐσεβείας ἀγῶνας, απτοήτως διέδραμες· καὶ ὤφθης τοῦ Σωτῆρως κοινωνός, άθλήσας Μάρτυς Σῶζον ἀνδρικῶς· διὰ τοῦτο διασώζεις ἐκ πειρασμῶν, τοὺς πίστει προσιόντας σοι· δόξα τῷ παρασχόντι σοι ίσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ένεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.